Πριν από μερικές ημέρες μια νεαρή γυναίκα κατήγγειλε τον ομαδικό βιασμό της το βράδυ της Πρωτοχρονιάς σε σουίτα ξενοδοχείου της Θεσσαλονίκης όπου διοργανωνόταν ένα πάρτι. Οι καταγγελλόμενοι, όπως έχει γίνει γνωστό τοις πάσι, είναι γόνοι πλούσιων οικογενειών. Αυτό όμως δεν σημαίνει κάτι. Θα μπορούσε να μην είναι πλούσιοι. Θα μπορούσε να είναι φτωχοί άνθρωποι. Η κοινή λογική αλλά και η ιστορία αυτού του είδους των εγκλημάτων αυτό άλλωστε καταδεικνύει: ότι στη θέση των δραστών θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε, ανεξάρτητα από την κοινωνική του θέση και την οικονομική του επιφάνεια.
Και όμως κάποιοι επιχειρούν (και εδώ) να προσδώσουν ταξικό πρόσημο στο συγκεκριμένο έγκλημα. Ο (μικροκομματικός) στόχος τους είναι προφανής: να ταυτιστούν οι δράστες με συγκεκριμένο πολιτικό χώρο (εν προκειμένω τον κυβερνώντα) ώστε να συντηρηθεί ο μύθος της αριστεράς με το «ηθικό πλεονέκτημα» που είναι η μόνη που «νοιάζεται για τα συμφέροντα του λαού».
Με τον τρόπο αυτό, όμως, το μείζον ζήτημα που έχει να κάνει με τη βία και τους βιασμούς σε βάρος των γυναικών, τίθεται σε εντελώς λανθασμένη βάση. Τα αληθινά αίτια που προκαλούν το φαινόμενο δεν διερευνώνται, αντίθετα συσκοτίζονται στο βωμό της μικροπολιτικής. Η λύση, για όσους σπεύδουν να προσδώσουν στο όλο θέμα ταξικό πρόσημο, είναι εύκολη: φταίει ο καπιταλισμός, οι βιασμοί είναι απότοκό του. Αρα, αν τον πολεμήσουμε, αν τον εξοντώσουμε, αν εξοντώσουμε τους κομματικούς εκφραστές του θα εξαλείψουμε και τους βιασμούς.
Μακάρι να ήταν έτσι τα πράγματα. Ισως και να λυνόταν εύκολα ένα κοινωνικό πρόβλημα. Ο καπιταλισμός ωστόσο μπορεί να ευθύνεται για μια σειρά από δεινά, δεν είναι όμως η αιτία των βιασμών ή γενικότερα της βίας σε βάρος των γυναικών.
Οσοι προσπαθούν να εκμεταλλευθούν το φαινόμενο για καθαρά μικροκομματικούς λόγους θα έπρεπε τουλάχιστον να σέβονται τα θύματα των αποτρόπαιων αυτών πράξεων και να μην τα χρησιμοποιούν ως πιόνια παίζοντας παιχνίδια στην πλάτη τους.