H γλώσσα κάθε λαού αποτελεί ένα από τα αναπόσπαστα στοιχεία της εθνικής συνείδησής του. Είναι άλλωστε και το βασικό μέσο για την κατά το δυνατό γρήγορη και ασφαλή ένταξη ατόμων με μεταναστευτική βιογραφία. Ταυτόχρονα, αποτελεί σημαντικό φορέα ιστορίας και πολιτισμού. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον γίνονται απτά και ευδιάκριτα μέσα στη γλώσσα του. Η γλώσσα πέρα από την επικοινωνία, οδηγεί στην κοινωνικοποίηση μετατρέποντας το άτομο σε πρόσωπο το οποίο κατανοεί και αποκτά εκτίμηση και οικειότητα.
Το πόσο μεγάλη είναι μια γλώσσα δεν έχει καμία σχέση με τον αριθμό των ανθρώπων που τη μιλάνε. Έχει άμεση σχέση όμως με την ποικιλία των εκφραστικών, δηλωτικών και επιστημονικών δυνατοτήτων που προσφέρει στους ομιλητές της και με το πόσο πολιτισμικά «φορτισμένη» είναι. Μια γλώσσα λοιπόν, όπως η Ελληνική, οι οποία μιλιέται αδιάλειπτα χιλιάδες χρόνια και γράφεται μάλιστα με τον ίδιο σχεδόν τρόπο είναι εύκολα αντιληπτό γιατί είναι μεγάλη.
Η ελληνική γλώσσα όμως λόγω των όσο αναφέρθηκαν, δίνει ιδιαίτερα προνόμια σε όσους την μιλούν. Στα ελληνικά γράφτηκαν και μέσω αυτών διασώθηκαν έργα αρχαίων και βυζαντινών φιλοσόφων και λογίων τα οποία είναι φορείς αξιών και επιτευγμάτων. Στα ελληνικά γράφτηκαν τα ευαγγέλια και η διάδοσή τους, εξαιτίας αυτού, ήταν καθοριστική για τις αξίες του σύγχρονου κόσμου. Η μελέτη όλων των πιο πάνω μετέτρεψε την ελληνική γλώσσα σε κιβωτό πνεύματος, ήθους και επιστήμης.
Ολα αυτά είναι γνωστά, αποδεκτά και πιο εμπεριστατωμένα αναλυμένα από πολύ καταλληλότερους και επαρκέστερους από τον γράφοντα.
Η ελληνική γλώσσα όμως έχει και μια άλλη πλευρά. Αυτή της ακριβούς διατύπωσης και αποκωδικοποίησης συναισθημάτων. Κάθε συναίσθημα (θετικό ή αρνητικό) μπορεί να αποδοθεί στα ελληνικά. Με μεγάλη ακρίβεια χωρίς περιφράσεις, παραφράσεις ή παρανοήσεις.
Είναι πολύ άβολο να ακούς νέα παιδιά να μην μπορούν να εκφραστούν στα ελληνικά και να καταφεύγουν σε λέξεις ή εκφράσεις της Αγγλικής, χωρίς τελικά να αποδίδεται το νόημα όσων θέλουν. Σαφώς δεν φταίνε αυτά για ό,τι συμβαίνει. Όταν φροντίσαμε να μάθουν αγγλικά πριν καν κατανοήσουν τη δομή της μητρικής τους γλώσσας, όταν ο δικός μας μιμητισμός επέβαλε την αποικιοποίηση της γλώσσας από τα αγγλικά, δεν μπορούμε να στεκόμαστε επικριτικοί απέναντι στους νέους ανθρώπους. Η εκμάθηση ξένων γλωσσών είναι απαραίτητο προσόν όχι μόνο για τη μελλοντική εύρεση εργασίας αλλά επειδή δίνει την ευκαιρία απόκτησης δεξιοτήτων και σε φέρνει επαφή με επιτεύγματα και πολιτισμούς. Η πολυγλωσσία καλλιεργεί και εξελίσσει τον άνθρωπο. Όταν όμως η εκμάθηση ξένης γλώσσας γίνεται αυτοσκοπός τότε η γνώση και η χρήση της μητρικής ατροφούν με αποτέλεσμα να είμαστε αντιμέτωποι με την απαξίωσή της από τους φυσικούς ομιλητές της.
Η ελληνική γλώσσα με τις λεπτές της αποχρώσεις και την ποικιλία της (έστω κι αν αυτό ακούγεται τετριμμένο) δεν έχει αποτέλεσμα την απλή κατανόηση της επικοινωνίας. Περνά στην αίσθηση και μετά στην έκφραση. Η σκέψη είναι λέξεις, τα συναισθήματα εποχούνται σε λέξεις, η περιγραφή των βιωμάτων μας (περισσότερο ή λιγότερο ακριβής) είναι λέξεις, η κατανόηση, η συγκίνηση, η παρώθηση και η ασφάλεια είναι λέξεις αλλά και μέσα απ’ αυτές συναισθήματα.
Για τα παιδιά ειδικά, η γλώσσα είναι αυτή που με τις λέξεις της θα τα κάνει να νιώσουν στοργή, να επιβεβαιωθούν, να παρηγορηθούν, να ανταπεξέλθουν στη ματαίωση και να ενδυναμωθούν στην προσπάθεια. Οι λέξεις της ελληνικής γλώσσας μπορούν να δονήσουν την ψυχή με το εύστοχό τους και ακριβές νόημα. Οι λέξεις αγάπη, έρωτας, συνεύρεση είναι ένα ελάχιστο και ίσως κοινότυπο παράδειγμα ποικιλίας και διαβάθμισης έντασης συναισθημάτων και καταστάσεων που αποδίδονται επακριβώς.
Μπορούν να αναφέρονται στο ίδιο συναίσθημα αλλά να σημαίνουν διαφορετική έντασή του. Οι μορφές των λέξεων (χρόνοι ρημάτων, αριθμοί, πρόσωπα, πτώσεις, φωνές και διαθέσεις) μπαίνουν στην ψυχή και πέρα από το εκφραστικό μέσο συναισθημάτων και εννοιών γίνονται παραγωγοί αντίστοιχων και δημιουργούν χαρακτήρες αλλά και υπαγορεύουν συμπεριφορές. Μέσα από τη γλώσσα τα συναισθήματα γίνονται έννοιες και με την κατανόησή τους μπορούμε να περάσουμε στην ενσυναίσθηση.
Τα παιδιά, κάθε ηλικίας, πέρα από τις πράξεις αγάπης και φροντίδας χρειάζονται τη γλώσσα για να πειστούν για την ειλικρίνεια των πράξεων.
Η μητρική γλώσσα είναι η γλώσσα που ακούει ένα παιδί ακόμα πριν από τη γέννησή του και βοηθά να σχηματοποιήσει συναισθήματα και στάσεις ζωής. Η εκτίμηση της ελληνικής γλώσσας και η αποκατάστασή της στη συνείδησή μας και στη χρήση της, πέρα από τη συναισθηματική επάρκεια, μπορεί να βελτιώσει την κριτική σκέψη, την κοινωνική παρουσία αλλά να βοηθήσει και στην εκμάθηση άλλων γλωσσών.
Ας προσπαθήσουμε η μέρα που τιμώνται τα Ελληνικά Γράμματα και οι Προστάτες τους να μην είναι απλά μια τυπική διαδικασία αλλά σημείο αφετηρίας κάθε χρόνο για ακόμα μεγαλύτερη χρήση της, κατανόησής της αλλά και γνώσης και σεβασμού του πολιτισμού που μεταφέρει.
* Σχολικός Σύμβουλος Δημοτικής
O Νίκος Λεκκός γεννήθηκε το 1967 στην Δραπετσώνα του Πειραιά.
Σπούδασε την Παιδαγωγική, τη Θεολογία και τη Συμβουλευτική σε Ελλάδα και Ηνωμένο Βασίλειο.
Ζει στην Πάφο απ’ το 1996. Εργάστηκε ως δάσκαλος και τώρα είναι Σχολικός Σύμβουλος Δημοτικής Εκπαίδευσης στην Κυπριακή Δημόσια Εκπαίδευση. Παιδεύοντας τις λέξεις γράφει παιδαγωγικά άρθρα, δίνει διαλέξεις σε Κύπρο, Ελλάδα και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες πάνω σε θέματα συμβουλευτικής και προσπαθεί να αλλάξει στιγμές από την ζωή όσων το έχουν ανάγκη και το θέλουν.
Συγγραφέας του λογοτεχνικού βιβλίου με τίτλο «Να μείνει μεταξύ μας».
Είναι έγγαμος και πατέρας τριών παιδιών.
Email: [email protected]