Στην επίκληση της κοινής λογικής καταφεύγουμε συχνά όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με υπερβολικές ή δυσνόητες συμπεριφορές και βεβαίως όταν θέλουμε να εκφράσουμε απορία, ακόμη και διαμαρτυρία, για πράξεις οι οποίες ξεφεύγουν από τα λογικά όρια.
Κάπως έτσι έχουν τα πράγματα σχετικά με την πρόσφατη απίστευτα θλιβερή περίπτωση της αυτοκτονίας μιας δεκαεξάχρονης.
Ο Μητροπολίτης της περιοχής, επικαλούμενος την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση, που θεωρούν την αυτοκτονία μεγάλο αμάρτημα, δεν επέτρεψε να τεθεί η σορός της νέας στον ιερό ναό, ούτε να τελεστεί η πατροπαράδοτη Εξόδιος Ακολουθία.
Πέραν της εκκλησιαστικής παράδοσης, ο Ιεράρχης, σε απάντηση προς τις πολλές αντιδράσεις και αρνητικά σχόλια, προσέθεσε και το στοιχείο της παιδαγωγικής σημασίας του εκ μέρους του χειρισμού του θέματος.
Θέλησε προφανώς να υπογραμμίσει ότι η Εκκλησία δεν μπορεί να εκπέμψει λανθασμένο μήνυμα αλλά πρέπει να υπενθυμίσει προς τους ζώντες ότι η αυτοκτονία είναι έγκλημα εναντίον της ιερότητας της ανθρώπινης ζωής και συνιστά απώλεια της πίστεως προς τον Θεόν.
Από την πλευρά τους όμως, οι γονείς της άτυχης εφήβου αλλά και οι συγγενείς και φίλοι της οικογένειας, αντιμέτωποι με τη στάση αυτή της Εκκλησίας είδαν την άπειρη οδύνη τους να πολλαπλασιάζεται με την προσθήκη του εφιαλτικού αισθήματος της ταπείνωσης, του στιγματισμού και της ντροπής.
Οπως σημειώθηκε προηγουμένως, υπήρξαν αρνητικές, ενίοτε έντονες αντιδράσεις και σχόλια για τον εκ μέρους της Εκκλησίας χειρισμό του θλιβερού αυτού συμβάντος.
Υπάρχουν ασφαλώς εν προκειμένω επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα.
Τίθενται όμως και πολλά μείζονα ερωτήματα τα οποία με ευσέβεια αλλά και με περισσή συμπόνια μπορεί κανείς καλόπιστα να εκφράσει.
Για παράδειγμα, θα μπορούσε κανείς να διερωτηθεί κατά πόσον, στην εποχή μας, η δογματική και απαρέγκλιτη εφαρμογή ορισμένων εκκλησιαστικών κανόνων, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπως η αυτοκτονία μιας ανήλικης, ανταποκρίνεται προς την ευαισθησία και τον ανθρωπισμό του κοινωνικού συνόλου και σε ποιο βαθμό δοκιμάζεται έτσι η ζωτικής σημασίας πνευματική σχέση που πρέπει να έχει η Εκκλησία με τους πιστούς της.
Είναι γνωστό ότι κατά τη χιλιόχρονη ιστορία της η Εκκλησία και η φωτισμένη ηγεσία της, στο πνεύμα πάντοτε της εκκλησιαστικής παράδοσης και των Γραφών, αφουγκράζονται, κατανοούν και συμπαραστέκονται στις δοκιμασίες του χριστεπώνυμου πληρώματος.
Είναι επίσης παρήγορο ότι, όχι σπάνια, η Εκκλησία μας, κινουμένη κατ’ οικονομία ενεργεί κατά τρόπο που σέβεται και θεραπεύει τον ανθρώπινο πόνο, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για τραγικές περιπτώσεις όπως η αυτοκτονία μιας νέας στην τρυφερή ηλικία των δεκαέξι ετών.
Διερωτάται λοιπόν κανείς μήπως, πάντοτε στο πλαίσιο της παράδοσης αλλά και με συνεκτίμηση των προκλήσεων της σύγχρονης κοινωνίας, ο πλέον ενδεδειγμένος οδηγός θα πρέπει να είναι η κοινή λογική που σίγουρα υπαγορεύει την κατανόηση και τη συμπαράσταση προς τους βαρυπενθούντας και χειμαζόμενους συνανθρώπους μας, όπως οι γονείς και η οικογένεια της τραγικής ανήλικης αυτόχειρος.
Πάντως, είναι βέβαιο ότι η Εκκλησία μας, όπως άπειρες φορές στο παρελθόν, θα κινηθεί και στην περίπτωση αυτή με την επιβαλλόμενη χριστιανική αγάπη και την παραδοσιακή της ενσυναίσθηση.