ZYΡΙΧΗ. ΕΛΒΕΤΙΑ. Μετά από πέντε αιώνες ουδετερότητας, μια ανατρεπτική έκθεση προτείνει η Ελβετία να ενισχύσει τη συνεργασία της με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Συγκεκριμένα, όπως μεταδίδει το «Politico», η Ελβετία, γνωστή για την ουδετερότητά της και την επιθυμία της να κερδίζει χρήματα χωρίς να εμπλέκεται σε πολέμους, αντιμετωπίζει τώρα πιέσεις για να αναθεωρήσει τη στάση της στην άμυνα. Μια νέα έκθεση εμπειρογνωμόνων προτείνει να συνεργαστεί στενότερα με την Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ, κάτι που θα μπορούσε να αλλάξει δραματικά την πολιτική της χώρας.
Η ουδετερότητα της Ελβετίας, που τηρείται αυστηρά από το 1515, βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της πολιτικής συζήτησης, λόγω της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία και της αυξανόμενης ανησυχίας ότι ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, αποτελεί κίνδυνο για όλη την Ευρώπη. Η έκθεση που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, προτείνει στην ελβετική κυβέρνηση να αναπτύξει μια «κοινή αμυντική ικανότητα» σε συνεργασία με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι η πίεση για να διευκρινίσει η Ελβετία τη θέση της αυξάνεται τόσο σε εσωτερικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Προτείνεται μια «αναθεώρηση» της πολιτικής ουδετερότητας, καθώς αυτή επηρεάζει όχι μόνο τις πωλήσεις όπλων αλλά και την ικανότητα της χώρας να υπερασπιστεί τον εαυτό της σε μια περιοχή που περιβάλλεται από οργανισμούς στους οποίους δεν συμμετέχει.
Οι αλλαγές αυτές αποτελούν μια ακόμη ένδειξη του πώς η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022 αλλάζει το τοπίο της ευρωπαϊκής ασφάλειας. Το παράδειγμα της Σουηδίας και της Φινλανδίας, που εγκατέλειψαν την ουδετερότητά τους για να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ, ασκεί πίεση και στην Ελβετία να επανεξετάσει τη θέση της.
Οι ειδικοί που συνέταξαν την έκθεση, συμπεριλαμβανομένων διπλωματών, ανώτατων αξιωματούχων και του πρώην επικεφαλής του ελβετικού στρατού, παρέδωσαν τις συστάσεις τους στην υπουργό Αμυνας και Ασφάλειας της Ελβετίας, Βιόλα Άμερντ. Οι συστάσεις αυτές θα επηρεάσουν τη στρατηγική ασφάλειας της χώρας για το 2025.
Ενα από τα βασικά σημεία της έκθεσης αφορά στην άρση της απαγόρευσης επανεξαγωγής όπλων. Η Ελβετία απαγορεύει την πώληση όπλων σε χώρες που βρίσκονται σε πόλεμο, κάτι που έχει επηρεάσει τις σχέσεις της με χώρες που θέλουν να στείλουν όπλα στην Ουκρανία και περιλαμβάνουν ελβετικά εξαρτήματα. Η έκθεση προτείνει την άρση αυτής της απαγόρευσης για να υποστηριχθούν καλύτερα οι ανάγκες των ευρωπαϊκών χωρών.
Η έκθεση επίσης προτείνει την ενίσχυση της ελβετικής αμυντικής βιομηχανίας μέσω της ενίσχυσης των πολιτικών αντισταθμιστικών ωφελημάτων και της συμμετοχής σε προγράμματα εξοπλισμού της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Οι προτάσεις της έκθεσης έχουν ήδη προκαλέσει αντιδράσεις, καθώς επικριτές της Υπουργού Αμυνας την κατηγορούν ότι όρισε ως μέλη της επιτροπής εμπειρογνώμονες που είναι υπέρμαχοι του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Η έκθεση είναι πιθανό να αντιμετωπίσει αντιστάσεις στο ελβετικό κοινοβούλιο, ειδικά από τα αριστερά και δεξιά εθνικιστικά κόμματα, τα οποία είναι αντίθετα στην αυξανόμενη σύσφιξη των σχέσεων της Ελβετίας με το ΝΑΤΟ.
Ο επικεφαλής παγκόσμιων και αναδυόμενων κινδύνων του Κέντρου Πολιτικής Ασφάλειας της Γενεύης, Ζαν-Μαρκ Ρίκλι, δήλωσε ότι η έκθεση καθιστά σαφές ότι η Ελβετία είναι μια δυτική χώρα που στηρίζει τις δυτικές αξίες. Ωστόσο, οι προτάσεις για αυξημένη στρατιωτική συνεργασία με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ αναμένεται να προκαλέσουν έντονες συζητήσεις στη χώρα.
Αν και η έκθεση δεν προτείνει την πλήρη εγκατάλειψη της ουδετερότητας και την ένταξη της Ελβετίας στο ΝΑΤΟ, καλεί σε βαθύτερους δεσμούς με τη στρατιωτική συμμαχία και την ΕΕ μέσω κοινών εκπαιδεύσεων, άμυνας κατά των βαλλιστικών πυραύλων και διμερών και πολυμερών ασκήσεων.
Η έκθεση επίσης προτείνει την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών στο 1% του ΑΕΠ μέχρι το 2030. Σήμερα, η Ελβετία δαπανά το 0,76% του ΑΕΠ της στην άμυνα, ποσοστό πολύ χαμηλότερο από οποιοδήποτε μέλος του ΝΑΤΟ εκτός της Ισλανδίας, η οποία δεν διαθέτει στρατό.
Παρά το γεγονός ότι η πιθανότητα εισβολής στην Ελβετία είναι μικρή, η χώρα είναι ήδη στόχος υβριδικού πολέμου, συμπεριλαμβανομένης της παραπληροφόρησης, της κατασκοπείας και των κυβερνοεπιθέσεων, σύμφωνα με την έκθεση. Οι ειδικοί συνιστούν τη μετάβαση σε μια «ολική άμυνα», δηλαδή την προετοιμασία ολόκληρης της κοινωνίας -όχι μόνο του στρατού- για μια πιθανή σύγκρουση.
Το τελευταίο διάστημα, το ελβετικό ομοσπονδιακό συμβούλιο δείχνει διάθεση για στενότερη συνεργασία με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ σε θέματα ασφάλειας και άμυνας. Μια ελβετική αντιπροσωπεία ταξίδεψε πρόσφατα στο Λουξεμβούργο για να συναντηθεί με τον Οργανισμό Υποστήριξης και Προμηθειών του ΝΑΤΟ (NSPA), με στόχο την αξιολόγηση των πιθανών συνεργασιών.
Επιπλέον, το ομοσπονδιακό συμβούλιο ενέκρινε τη συμμετοχή της Ελβετίας σε δύο προγράμματα της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας (PESCO) της ΕΕ, που αφορούν τη στρατιωτική κινητικότητα και την κυβερνοάμυνα.
Ο Ζαν-Μαρκ Ρίκλι (Jean-Marc Rickli) σημειώνει ότι η Ελβετία επιθυμεί να δείξει ότι συμμετέχει ενεργά, ώστε να μην θεωρείται ότι εκμεταλλεύεται την ουδετερότητά της χωρίς να συνεισφέρει στις ευρωπαϊκές προσπάθειες άμυνας. Αν η Ελβετία θέλει να λάβει στρατιωτική βοήθεια από την ΕΕ ή το ΝΑΤΟ, θα πρέπει να προσφέρει και αυτή κάτι σε αντάλλαγμα.