Η εμβληματική τριλογία του Αισχύλου «Ορέστεια», στην πρώτη συνεργασία του διεθνώς καταξιωμένου Ελληνα σκηνοθέτη και δασκάλου Θεόδωρου Τερζόπουλου με το Εθνικό Θέατρο, συνεχίζει τη θριαμβευτική πορεία της ανοίγοντας τον 77ο Κύκλο Κλασικών Παραστάσεων στο ιστορικό θέατρο Olimpico στη Βιτσέντσα της Ιταλίας.
Μετά από ακόμα δύο ιστορικές παραστάσεις στις 4 και 5 Σεπτεμβρίου στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, με 8.700 θεατές να χειροκροτούν όρθιοι τον μεγάλο δημιουργό, τον θίασο και τους συντελεστές, και τη sold out περιοδεία της στην Ελλάδα και την Κύπρο, η «Ορέστεια» ταξιδεύει στις 20 και 21 Σεπτεμβρίου στη Βιτσέντσα της Ιταλίας, για τον 77ο Κύκλο Κλασικών Παραστάσεων (77° Ciclo di Spettacoli Classici). Το Φεστιβάλ, ένα από τα κορυφαία και μακροβιότερα στον χώρο του θεάτρου, τελεί υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση των Ermanna Montanari και Marco Martinelli και διαρκεί από τις 20 Σεπτεμβρίου έως τις 20 Οκτωβρίου.
Με έδρα το θέατρο Olimpico, τον «ιερό τόπο» του Αντρέα Παλλάντιο, του επιδραστικού αρχιτέκτονα της Αναγέννησης, η σκηνή του Φεστιβάλ έχει υποδεχθεί μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του θεάτρου, διεθνώς. Στοχεύοντας στη συστηματική ανάδειξη του ρόλου και της σημασίας των κλασσικών στη σύγχρονη εποχή, προτείνοντας σταθερά νέες ερμηνευτικές και παραστατικές προσεγγίσεις, φέτος το Φεστιβάλ έθεσε ως βασικό άξονά του τον χορό, έννοια πολιτική μα και ποιητική.
Το Εθνικό Θέατρο συμμετέχει για δεύτερη φορά στο Φεστιβάλ Ciclo di Spettacoli Classici, καθώς τον Σεπτέμβριο του 2010 είχε παρουσιαστεί στο θέατρο Olimpico η παράσταση «Ορέστης» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά. Η «Ορέστεια» σηματοδοτεί, όμως, και για τον Θεόδωρο Τερζόπουλο μία επιστροφή σε αυτόν τον εμβληματικό χώρο. Το 1994 σκηνοθέτησε ειδικά για αυτόν την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, μία δίγλωσση παράσταση με σκηνικά του αλησμόνητου Γιώργου Πάτσα και τη σύμπραξη σημαντικών Ιταλών ηθοποιών και ηθοποιών της ομάδας Άττις.
Για την «Ορέστεια»
Το 458 π.Χ., σε μία εποχή βίαιων κοινωνικών και πολιτικών ανατροπών, o Αισχύλος παρουσιάζει στη γιορτή των Διονυσίων την «Ορέστεια» (Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες), τη μοναδική σωζόμενη τριλογία αρχαίου δράματος και το τελευταίο σωζόμενο έργο του, που συνέταξε μόλις δύο χρόνια πριν από τον θάνατό του, αντανακλώντας πολλές από τις ραγδαίες μεταβολές της εποχής του.
Κεντρικός άξονας της τριλογίας είναι το τραγικό βραχυκύκλωμα του Ορέστη που διαχέεται σε όλα τα πρόσωπα του δράματος και στον χορό μέσα από διαδοχικά στάδια: Από την αποσταθεροποίηση στο αδιέξοδο, στην τρέλα. Αυτήν την κατάσταση εκμεταλλεύεται η Αθηνά στο τρίτο μέρος της τριλογίας, για να θεσμοθετήσει τη δημοκρατία με τη βία, μέσω μίας αμφιλεγόμενης σύναψης ειρήνης.
«Γιατί η Ορέστεια συνεχίζει να ασκεί τρομακτική έλξη; Μια πιθανή απάντηση θα μπορούσε να είναι επειδή στον άνθρωπο υπάρχει η ανάγκη για μια βαθύτερη σχέση με τον μύθο. Ο μύθος της Ορέστειας είναι επικίνδυνος, ανήκει στον κόσμο του ανοίκειου και του παράξενου, προκαλεί τον τρόμο, επειδή αποκαλύπτει το ατίθασο, το βίαιο και τους νόμους του βάθους που δεν μπορούν να δαμαστούν. Η Κλυταιμνήστρα μάς καλεί να σπάσουμε μαζί τον καθρέφτη, για να γεννηθεί από τα θραύσματά του μια νέα εφιαλτική εικόνα, που ωστόσο θα διατηρεί τις σκοτεινές ρίζες του μύθου», αναφέρει, στο σκηνοθετικό σημείωμά του, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος και προσθέτει:
«Πρόθεσή μας είναι η μελέτη του βάθους του μύθου της “Ορέστειας” και η αναζήτηση του απρόβλεπτου, του ασυνήθιστου, του παράδοξου. Τα πρόσωπα προσφέρουν τα σώματά τους στο θυσιαστήριο του ανοίκειου, θέτουν διαρκή ερωτήματα και διλήμματα. Η αισθητική της παράστασης προκύπτει από τη δυναμική σχέση του Σώματος με τον Μύθο, τον Χρόνο και τη Μνήμη. Θέτουμε ξανά το θεμελιώδες οντολογικό ερώτημα “περί τίνος πρόκειται”, ένα ερώτημα που δεν επιδέχεται οριστικές απαντήσεις, αλλά διαρκώς μας ενεργοποιεί προς την κατεύθυνση της ολοένα βαθύτερης έρευνας της ρίζας του ήχου, της λέξης, των πολλαπλών διαστάσεων του ανθρώπινου αινίγματος και της ανακατασκευής ενός νέου Μύθου».
Τη μετάφραση υπογράφει η Ελένη Βαροπούλου, τη δραματουργική επεξεργασία, τα σκηνικά, τα κοστούμια και τους φωτισμούς ο Θεόδωρος Τερζόπουλος και την πρωτότυπη μουσική σύνθεση ο Παναγιώτης Βελιανίτης.
Παίζουν: Έβελυν Ασουάντ, Τάσος Δήμας, Κωνσταντίνος Ζωγράφος, Έλλη Ιγγλίζ, Κώστας Κοντογεωργόπουλος, Δαυίδ Μαλτέζε, Άννα Μαρκά Μπονισέλ, Νίκος Ντάσης, Ντίνος Παπαγεωργίου, Αγλαΐα Παππά, Σάββας Στρούμπος, Αλέξανδρος Τούντας, Νιόβη Χαραλάμπους, Σοφία Χιλλ κ.ά.
Olimpico: Το παλαιότερο διασωθέν στεγασμένο θέατρο του κόσμου
Το θέατρο Olimpico, το τελευταίο και αριστουργηματικό έργο του Παλλάντιο, μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, είναι το παλαιότερο διασωθέν στεγασμένο θέατρο του κόσμου. Η κατασκευή του ανατέθηκε στον Ιταλό αρχιτέκτονα από την Ολυμπιακή Ακαδημία τον Φεβρουάριο του 1580, όμως η κατασκευή του ολοκληρώθηκε πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του, υπό την επίβλεψη του Βιτσέντζο Σκαμότσι.
Στο θέατρο Olimpico ο Παλλάντιο επιχείρησε να συνδυάσει τις γνώσεις του πάνω στην κλασική αρχιτεκτονική των θεάτρων με τη σύγχρονη τέχνη και να προβάλει την ιδέα μίας συνέχειας ανάμεσα στο αρχαίο και το αναγεννησιακό κλασικιστικό θέατρο. Τα εγκαίνια του θεάτρου έγιναν στις 3 Μαρτίου του 1585 με τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή από την Ολυμπιακή Ακαδημία.