«Θα συνεχίσουμε την δική μας πορεία. Φυσικά και δεν θα γυρίσουμε την πλάτη σε όσους θέλουν να συμπορευθούν μαζί μας. Αλλά δεν θα κάνουμε το λάθος να βάλουμε όλα μας τα αυγά μέσα στο ίδιο καλάθι».
Με τα δικά του λόγια, αυτή είναι η βασική φιλοσοφία της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας όπως την εκφράζει και την εφαρμόζει με συνέπεια ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν.
Εχουν διατυπωθεί και συνεχίζουν να απευθύνονται εναντίον του πολλές και δικαιολογημένες επικρίσεις για αυταρχισμό, καταπάτηση θεμελιωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων, επεκτατισμό και επιθετικότητα εναντίον των γειτόνων του.
Κατηγορείται επίσης ότι έχει καταστήσει την Τουρκία αναξιόπιστο ΝΑΤΟϊκό σύμμαχο και μη επιθυμητό ευρωπαίο εταίρο.
Εντούτοις, πολιτικός ρεαλισμός, βασικό εργαλείο κάθε χώρας για την άσκηση εξωτερικής πολιτικής, επιβάλλει την διαπίστωση ότι ο Τούρκος Πρόεδρος είναι ο κυρίαρχος της τουρκικής πολιτικής ζωής για περισσότερο από δυο δεκαετίες. Εχει κερδίσει όλες τις αναμετρήσεις του με κάθε εσωτερικό αντίπαλο, μη εξαιρουμένου του ιστορικά πανίσχυρου στρατιωτικού κατεστημένου.
Σε ό,τι αφορά τους γείτονες και τους εταίρους της Τουρκίας, ο κ. Ερντογάν έχει για πολλά χρόνια κάνει πολύ σαφές ότι ακολουθεί συγκεκριμένο όραμα για την χώρα του και επιδιώκει έμπρακτα την πραγμάτωσή του.
Στο πλαίσιο του αποκαλούμενου «Νεο-οθωμανισμού» του αποβλέπει μέχρι σήμερα αξιοσημείωτη επιτυχία να επιβάλει την χώρα του ως μείζονα περιφερειακή δύναμη με ανάλογη γεωπολιτική και διεθνή παρουσία.
Οι διαπιστώσεις αυτές επιβεβαιώνονται ακόμη μια φορά τις μέρες αυτές με την σημαντική είδηση της απόφασής του να ζητήσει όπως η Τουρκία προσχωρήσει στους BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότιος Αφρική).
Μια άτυπη αλλά τεράστιας διεθνούς σημασίας ομάδα πέντε κρατών, στην οποία από 1ης Ιανουαρίου 2024 έχουν προσχωρήσει και άλλες πέντε χώρες -η Αίγυπτος, η Αιθιοπία, το Ιράν, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα- ενώ παράλληλα αρκετές άλλες χώρες όπως η Αργεντινή, το Πακιστάν, η Ταϊλάνδη, η Νιγηρία, η Μαλαισία, η Κούβα, η Κένυα και η Βενεζουέλα έχουν εκδηλώσει σχετικό ενδιαφέρον.
Η ομάδα BRICS φιλοδοξεί να προσεταιρισθεί τον λεγόμενο Παγκόσμιο Νότο, επηρεάζεται ουσιαστικά από την Ρωσία και την Κίνα, τους δυο μεγάλους διεθνείς ανταγωνιστές των ΗΠΑ και της Δύσεως και συμπεριλαμβάνει στους στρατηγικούς της στόχους, μεταξύ άλλων, την αποδολλαριοποίηση των διεθνών οικονομικών συναλλαγών. Κάτι το οποίο στον βαθμό που θα επιτευχθεί θα μειώσει σημαντικά την παγκόσμια επιρροή των ΗΠΑ και την δυνατότητά τους επιβολής διεθνών οικονομικών κυρώσεων.
Είναι προφανές ότι η κίνηση αυτή του πρόεδρου Ερντογάν είναι πλήρως εναρμονισμένη με το εθνικό του όραμα και με τους στρατηγικούς στόχους της εξωτερικής πολιτικής του.
Γίνεται για ακόμη μια φορά σαφές ότι παρά τις πολλές επικρίσεις εναντίον του, ο Τούρκος Πρόεδρος, από τον Καύκασο μέχρι την Λιβύη, από την Μέση Ανατολή μέχρι την Μαύρη Θάλασσα, στις σχέσεις του με την Δύση, τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, αξιοποιεί αποτελεσματικά τα μεγάλα γεωπολιτικά πλεονεκτήματα της χώρας του.
Δείχνει αποφασισμένος, παρά τις εσωτερικές, οικονομικές κυρίως, δυσκολίες να συνεχίσει να διεκδικεί μείζονα περιφερειακό και διεθνή ρόλο. Στις παρατηρήσεις δε, του τύπου «δεν μπορείς να πατάς σε δυο βάρκες», ή «να ιππεύεις δυο άλογα», ο Τούρκος Πρόεδρος αντιτάσσει, μέχρι τώρα πειστικά, την επίμονη επιδίωξή του για γεωπολιτικές ισορροπίες, αυτονομία και ανεξαρτησία κινήσεων.
Οι ως άνω σκέψεις και διαπιστώσεις καθίστανται επίκαιρες και χρήσιμες ιδιαίτερα εν όψει μιας ακόμη, προγραμματισμένης για το τέλος του Σεπτεμβρίου, συνάντησης του Τούρκου Προέδρου με τον Πρωθυπουργό της Ελλάδος στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στην Νέα Υόρκη.
Η εξίσωση είναι απλή και σκληρή…
Η Ελλάδα, πιστός σύμμαχος και εταίρος των ΗΠΑ και της Ευρώπης, ευρίσκεται αντιμέτωπη με τις επεκτατικές φιλοδοξίες ενός πολύ ισχυρού γείτονα, ο οποίος επιδιώκει, και μέχρι τώρα μπορεί, να διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο περιφερειακής και διεθνούς δύναμης.
Κατά συνέπεια, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η προτροπή «συν Αθηνά (συμμαχίες – ισχυρές φιλίες) και χείρα (ισχυρή άμυνα – εθνική σύμπνοια) κίνει», είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά επιβεβλημένη στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής της.