Η έρευνα της οικίας του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, του περίφημου Μαρ-α-Λάγκο (Mar-a-Lago) από το FBI είναι όντως, όπως λέγεται και ξαναλέγεται, χωρίς προηγούμενο στην Ιστορία των ΗΠΑ, με επιπτώσεις που θα φτάσουν μακριά στο μέλλον.
Ας ελπίσουμε ότι η απόφαση για την εκτέλεσή της στηρίζεται σε πολύ σοβαρούς λόγους. Διαφορετικά θα προκαλέσει, δικαιολογημένα, αντιδράσεις από τους οπαδούς του Τραμπ -ήδη η δήλωση του αρχηγού της μειοψηφίας της Βουλής φτάνει σε ακραία όρια- και θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερο διχασμό της αμερικανικής κοινωνίας από ό,τι είναι.
Οι Αρχές, σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, εισέβαλαν στην οικία του Τραμπ ψάχνοντας για απόρρητα προεδρικά έγραφα.
Είναι γνωστό ότι ο Τραμπ φεύγοντας από τον Λευκό Οίκο πήρε μαζί του πολλά κουτιά με έγραφα, πράγμα παράνομο.
Αυτά τα έγγραφα ανήκουν στο Εθνικό Αρχείο – National Archives- των ΗΠΑ. Πολλά από αυτά ο Τραμπ τα επέστρεψε. Φαίνεται όμως, όχι όλα.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι το FBI χρειάζεται δικαστική συμφωνία για να προχωρήσει στην εκτέλεση μιας τέτοιας πράξης. Πρέπει να πείσει έναν αρμόδιο δικαστή ότι έχει διαπραχθεί κάποιο έγκλημα και ότι πιθανόν να ανακαλύψει αποδεικτικά στοιχεία του εγκλήματος στον τόπο που ζητά την άδεια να ερευνήσει. Και βέβαια για να γίνει αυτό θα έπρεπε να συμφωνήσουν τα ανώτατα στελέχη του FBI και η ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πως θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο με ελαφρά τη καρδία. Αλλά όλα είναι πιθανά.
Ωστόσο, η ενέργεια αυτή των Αρχών επιβεβαιώνει έναν βασικό πυλώνα του Αμερικανικού Συντάγματος και το περί δικαίου αίσθημα: Οτι κανένας δεν είναι, και δεν πρέπει να είναι, πάνω από τον νόμο. Ούτε ο πρόεδρος ή πρώην πρόεδρος.
Αναμφισβήτητα, ο Τραμπ έχει συμπεριφερθεί πολλές φορές σαν να μην ισχύει αυτό για τον ίδιο.
Τώρα γνωρίζει.