ΑΘΗΝΑ. Μέχρι πριν από ένα μήνα περίπου ο ημιθανής (μετά από τις αλλεπάλληλες βαριές εκλογικές ήττες) ΣΥΡΙΖΑ δεν προσέλκυε το ενδιαφέρον κανενός. Η καμπάνια των υποψηφίων του για τη διαδοχή του Αλέξη Τσίπρα ήταν άχρωμη και άνευρη, περνούσε κατά γενική ομολογία απαρατήρητη. Ακόμα και οι ίδιοι οι σκληροπυρηνικοί ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ φάνηκαν να έχουν γυρίσει την πλάτη στο κόμμα τους.
Ολα αυτά μέχρι που εμφανίστηκε από το πουθενά (κατά κυριολεξία) ο ομογενής Στέφανος Κασσελάκης. «Με λένε Στέφανο και έχω να σας πω κάτι…» ξεκινούσε το σποτ με το οποίο ουσιαστικά συστήθηκε στην ελληνική κοινή γνώμη και με το οποίο ανακοίνωνε την πρόθεσή του να διεκδικήσει την αρχηγία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην Ελλάδα.
Το ημερολόγιο εκείνη την ημέρα έδειχνε Τρίτη, 29 Αυγούστου. Από τότε μέχρι τον εκλογικό του θρίαμβο της Κυριακής πέρασαν λιγότερο από τρεις εβδομάδες. Δεν πρέπει να υπάρχει ανάλογο προηγούμενο στην παγκόσμια ιστορία ένας πρωτοεμφανιζόμενος, μη παραδοσιακός πολιτικός (με τη συνήθη έννοια του όρου), χωρίς καμιά κομματική εμπειρία, χωρίς πολιτική εμπειρία, χωρίς να αντλεί αναγνωρισιμότητα, έστω από άλλο χώρο, να καταφέρνει κάτι τέτοιο: να κερδίζει μέσα σε λίγες ημέρες από την εμφάνισή του τόσο εμφατικά (έστω στον πρώτο γύρο, γιατί τίποτα ακόμα δεν έχει κριθεί) τις εκλογές ενός ιστορικού κόμματος που μόλις πρόσφατα, μέχρι πριν από λίγα χρόνια είχε τα ηνία της διακυβέρνησης της χώρας.
Ο κ. Κασσελάκης ήρθε σαν οδοστρωτήρας και υποσκέλισε με μιας και με χαρακτηριστική ευκολία παλιούς πολιτικούς με ερείσματα, στο κόμμα και την κοινωνία. Επικράτησε άνετα έναντι παλαιών υπουργών και βουλευτών, ανθρώπων που είχαν γαλουχηθεί με τη λογική και τη μαγιά της εξουσίας, που υποτίθεται ότι είχαν τις γνώσεις και την εμπειρία για το πώς έπρεπε να κινηθούν. Ανέτρεψε συσχετισμούς χρόνων, που είχαν παγιωθεί με κόπο, με βαριά κομματική και πολιτική ίντριγκα. Παρακίνησε χιλιάδες κόσμου να πάει και να περιμένει υπομονετικά στις κάλπες για να ψηφίσει. Σημειωτέον δε ότι μέχρι πρότινος μια μεγάλη ανησυχία στην Κουμουνδούρου ήταν το ενδεχόμενο πολύ χαμηλής προσέλευσης στις εσωκομματικές εκλογές, κάτι που εξέθετε το κόμμα ακόμα περισσότερο στα μάτια της κοινής γνώμης και θα συνέχιζε τον κύκλο της συρρίκνωσης που άνοιξε τον Μάιο με την πρώτη εκλογική ήττα και διευρύνθηκε τον Ιούνιο με την εκλογική του καταβαράθρωση.
Το φαινόμενο Κασσελάκη εκπέμπει μηνύματα προς πάσα κατεύθυνση, όχι μόνο προς το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Τα κόμματα και οι παραδοσιακοί κομματάρχες τους μάλλον θα πρέπει να πάψουν να συμπεριφέρονται ως τέτοιοι. Να πάψουν να θεωρούν ότι τα κόμματα τούς ανήκουν και ότι αφού τους ανήκουν μπορούν και να καθοδηγούν την κοινωνία οι ίδιοι μαζί με το στενό τους περιβάλλον. Δεν χρειάζεται απαραίτητα να έχεις «κολλήσει ένσημα» στο κόμμα ή να έχεις θητεύσει στην κομματική επετηρίδα για να μπορείς να ηγηθείς και να κυβερνήσεις. Το παραδοσιακό πολιτικό προσωπικό όχι μόνο δεν πείθει, αλλά μάλλον δεν έχει να πει τίποτα στους πολίτες (χθες δύο μέχρι πρότινος πρωτοκλασάτοι υπουργοί -Τσακαλώτος και Παππάς- δεν έπιασαν αθροιστικά ούτε το 18%). Τα στεγανά έχουν σπάσει, οι καιροί αλλάζουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα και όσοι δεν δύνανται να εναρμονιστούν με τα νέα δεδομένα που αυτοί φέρνουν, είναι βέβαιο ότι θα μείνουν ουραγοί.