ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ. Ο πρόεδρος Μπάιντεν μπαίνει στην προεδρική αναμέτρηση του 2024 σε πιο σταθερή βάση απ’ ό,τι πριν από ένα χρόνο, με το ποσοστό αποδοχής του να αυξάνεται και τους Δημοκρατικούς που κάποτε αμφέβαλλαν να συντάσσονται πλέον πίσω από την επανεκλογή του, σύμφωνα με δημοσκόπηση των «New York Times»/Siena College.
Ο κ. Μπάιντεν φαίνεται να έχει ξεφύγει από την πολιτικά επικίνδυνη ζώνη στην οποία βρισκόταν πέρυσι, όταν σχεδόν τα δύο τρίτα του κόμματός του ήθελαν έναν διαφορετικό υποψήφιο. Τώρα, οι Δημοκρατικοί τον έχουν αποδεχτεί σε γενικές γραμμές ως τον βασικό τους υποψήφιο, ακόμη και αν οι μισοί θα προτιμούσαν κάποιον άλλον.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν πολλά προειδοποιητικά σημάδια για τον Πρόεδρο: Παρά το βελτιωμένο κύρος του και το φιλικότερο εθνικό περιβάλλον, ο κ. Μπάιντεν παραμένει σε γενικές γραμμές μη δημοφιλής μεταξύ ενός εκλογικού κοινού που είναι απαισιόδοξο για το μέλλον της χώρας και το ποσοστό αποδοχής του βρίσκεται μόλις στο 39%.
Ισως το πιο ανησυχητικό για τους Δημοκρατικούς, η δημοσκόπηση βρήκε τον κ. Μπάιντεν σε μια κούρσα στήθος με στήθος με τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος κατέχει ένα επιβλητικό προβάδισμα μεταξύ των πιθανών Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων των προκριματικών εκλογών, ακόμη και αν αντιμετωπίζει δύο ποινικές διώξεις και περισσότερες πιθανές κατηγορίες στον ορίζοντα. Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, ο κ. Μπάιντεν και ο κ. Τραμπ μοιράζονται ποσοστό 43% ο καθένας σε μια υποθετική αναμέτρηση το 2024.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει ενισχυθεί λόγω των αισθημάτων φόβου και απέχθειας των ψηφοφόρων προς τον Τραμπ. Πάνω από ένα χρόνο πριν από τις εκλογές, το 16% των ερωτηθέντων είχε δυσμενείς απόψεις τόσο για τον Μπάιντεν όσο και για τον Τραμπ, ένα πεδίο στο οποίο ο Μπάιντεν είχε ένα μικρό προβάδισμα.
«Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι Ρεπουμπλικανός, είναι εγκληματίας», δήλωσε ο Τζον Γουίτμαν, 42 ετών, εργολάβος θέρμανσης και κλιματισμού από το Φοίνιξ. Ρεπουμπλικανός, ο οποίος παρόλο που πιστεύει ότι η οικονομική διαχείριση του Μπάιντεν έχει βλάψει τη χώρα, «θα ψηφίσω οποιονδήποτε στον πλανήτη που μοιάζει έστω και κατά το ήμισυ ικανός να κάνει τη δουλειά, συμπεριλαμβανομένου του Τζο Μπάιντεν, έναντι του Ντόναλντ Τραμπ».
Για να δανειστούμε ένα παλιό πολιτικό κλισέ, σχολιάζει η «ΝΥΤ», η δημοσκόπηση δείχνει ότι η υποστήριξη του κ. Μπάιντεν μεταξύ των Δημοκρατικών είναι ένα μίλι πλατιά και μια ίντσα βαθιά. Περίπου το 30% των ψηφοφόρων που δήλωσαν ότι σκοπεύουν να ψηφίσουν τον κ. Μπάιντεν τον Νοέμβριο του 2024 ανέφεραν ότι ελπίζουν ότι οι Δημοκρατικοί θα προτείνουν κάποιον άλλο. Μόλις το 20% των Δημοκρατικών δήλωσαν ότι θα ήταν ενθουσιασμένοι αν ο κ. Μπάιντεν ήταν ο υποψήφιος του κόμματος για τις προεδρικές εκλογές του 2024 – ένα άλλο 51% δήλωσαν ότι θα ήταν ικανοποιημένοι αλλά όχι ενθουσιασμένοι.
Υψηλότερο ποσοστό Δημοκρατικών, 26%, εξέφρασε ενθουσιασμό μπροστά στην ιδέα της αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις ως υποψήφιας το 2024.
Ο κ. Μπάιντεν είχε την υποστήριξη του 64% των Δημοκρατικών που σχεδίαζαν να συμμετάσχουν στις προκριματικές εκλογές του κόμματός τους, ένδειξη ήπιας υποστήριξης για έναν εν ενεργεία πρόεδρο. Το 13% προτίμησε τον Ρόμπερτ Φ. Κένεντι Τζούνιορ (Robert F. Kennedy Jr.) και το 10% επέλεξε τη Marianne Williamson (Μαριάν Γουίλιαμσον).
Μεταξύ των Δημοκρατικών που συμμετείχαν σε δημοσκοπήσεις και έχουν ψηφίσει ξανά σε προκριματικές εκλογές, ο κ. Μπάιντεν είχε πολύ μεγαλύτερο προβάδισμα – 74% έναντι 8%. Είχε προβάδισμα 92% έναντι 4% μεταξύ εκείνων που ψήφισαν σε προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών το 2022.
Μια κοινή άποψη απέναντι στον κ. Μπάιντεν απεικονίζεται σε ψηφοφόρους όπως η Melody Marquess (Μέλοντι Μάρκες), 54 ετών, συνταξιούχος και αριστερόστροφη ανεξάρτητη από το Τάιλερ του Τέξας. Η κ. Marquess, η οποία ψήφισε τον κ. Μπάιντεν το 2020 ως «το μικρότερο από τα δύο κακά», δεν ήταν ευχαριστημένη με τους χειρισμούς του στην πανδημία, κατηγορώντας τον για τον πληθωρισμό και τη στενότητα της αγοράς εργασίας. Παρόλα αυτά, δήλωσε ότι θα ψήφιζε και πάλι τον κ. Μπάιντεν, ο οποίος είναι 80 ετών, έναντι του κ. Τραμπ, ο οποίος είναι 77 ετών.
Πηγή: «New York Times»