Από τις ποικίλες και πολυάριθμες συνεισφορές των Ελλήνων στον παγκόσμιο πολιτισμό, λίγες ήταν τόσο σημαντικές όσο αυτές του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Ελληνιστικής Περιόδου. Ωστόσο, όπως ισχυρίζονται εδώ και καιρό διάφοροι ιστορικοί, χωρίς τον Περίτα στο πλευρό του, ο Αλέξανδρος ίσως να μην είχε γίνει ποτέ «μεγάλος». Κάτι που είναι ιδιαίτερα περίεργο δεδομένου ότι ο Περίτας (Peritas) δεν ήταν άλλος από τον αγαπημένο σκύλο πολέμου του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το πώς ο συγκεκριμένος σκύλος και το σινάφι του αποδείχθηκαν τόσο επιδραστικοί όχι μόνο για τον Αλέξανδρο αλλά και για την ανθρωπότητα, γενικότερα, είναι μια ιστορία που αξίζει να ειπωθεί.
Προκειμένου να προετοιμάσουμε το έδαφος για αυτή την αφήγηση, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι σκύλοι πολέμου αποτελούσαν σύνηθες φαινόμενο στη μάχη κατά τη διάρκεια αυτής της εποχής πολεμικών επιχειρήσεων. Ο Αλέξανδρος όντας τόσο άρχοντας όσο και στρατιωτικός διοικητής, μετέβαινε στη μάχη με σχεδόν αμέτρητο αριθμό κυνηγετικών και πολεμικών σκύλων. Παρ’ όλα αυτά, δεδομένου του τρόπου με τον οποίο ο Περίτας λέγεται ότι τελικά υπηρέτησε τον Αλέξανδρο, είναι περίεργο ότι οι υπάρχουσες αναφορές για το συγκεκριμένο ζώο είναι τόσο λίγες και ποικίλες στις λεπτομέρειές τους. Ενα ξεσκαρτάρισμα των πηγών και ένας συνδυασμός ή μια σύνθεση από διάφορους συγγραφείς είναι το καλύτερο, εξ αυτής της χρονικής απόστασης, που μπορούμε να έχουμε.
Κατ’ αρχάς, δεν έχουμε καμία πηγή από την Ελληνιστική εποχή που να αναφέρει την πραγματική ράτσα του Περίτα. Ορισμένοι συγγραφείς αναφέρουν ότι ο Περίτας ήταν Μολοσσός, μια μεγάλη και δυνατή ράτσα σκύλων της αρχαίας Ελλάδας που εκτρέφονταν ειδικά ως πολεμικά σκυλιά. Αλλες αναφορές μαρτυρούν ότι ο Περίτας δεν ήταν παρά ένας από τους πολλούς σκύλους που δόθηκαν στον Αλέξανδρο ως φόρος τιμής κατά την άφιξή του στα εδάφη βόρεια της σημερινής Ινδίας. Από την άλλη πλευρά, διάφορες πηγές βεβαιώνουν ότι τα σκυλιά αυτά ήταν ένα μείγμα καγκάλ και περσικών μαστίφ, γνωστών και ως σκύλων Σαράμπι.
Σύμφωνα με έναν γράφοντα, «αν και δεν πρόκειται για μια συγκεκριμένη ράτσα όπως τις γνωρίζουμε, ο Περίτας πιθανόν να έμοιαζε με ένα Ντογκ ντε Μπορντό, Μαστίφ ή Ναπολιτάνικο Μαστίφ με στεροειδή. Τα τεράστια, πανίσχυρα σκυλιά εκτρέφονταν ειδικά για να πηγαίνουν στη μάχη δίπλα στους άνδρες και να πολεμούν τόσο σκληρά όσο εκείνοι με τα σπαθιά και τα τσεκούρια. Τα πολεμικά σκυλιά αυτής της εποχής αναμενόταν να μην δείχνουν φόβο και να πολεμούν οποιονδήποτε αντίπαλο – συμπεριλαμβανομένων των ελεφάντων, των λιονταριών και των ένοπλων πολεμιστών (https://theblissfuldog.com)».
Μια άλλη πηγή, η American Kennel Club αναφέρει: «Ο Αλέξανδρος είναι γνωστό ότι διασταύρωσε τα γιγαντιαία μακεδονικά και ηπειρώτικα πολεμικά σκυλιά με τα βραχύτριχα ‘ινδικά’ σκυλιά για να δημιουργήσει τον [εξαφανισμένο σήμερα] Μολοσσό. Αυτό το ζώο αναγνωρίζεται ως ο πρόγονος του ναπολιτάνικου μαστίφ».
Υπάρχει ακόμα μία μαρτυρία που υποστηρίζει ότι ήταν ο θείος του Αλέξανδρου που του έδωσε τον Περίτα, καθώς ο σκύλος είχε καταφέρει να επιτεθεί και να νικήσει τόσο έναν ελέφαντα όσο και ένα λιοντάρι. Στην πραγματικότητα, όμως, υπάρχει μόνο μία αναφορά από την Ελληνιστική εποχή για τον Περίτα που προσδιορίζει ονομαστικά αυτό το πιστό και θαρραλέο ζώο. Ο,τι κι αν συνέβη, όλα τα μεταγενέστερα γραπτά συμφωνούν ότι ο Αλέξανδρος και ο Περίτας είχαν έναν ιδιαίτερο δεσμό.
Υπάρχουν αναφορές που μαρτυρούν ότι ήταν τόσο βαθιά η αγάπη του Περίτα για το αφεντικό του που κοιμόταν πάντα στα πόδια του Αλέξανδρου στη βασιλική σκηνή κατά τη διάρκεια της εκστρατείας. Είναι ενδιαφέρον ότι, ενώ οι γραπτές αναφορές για τον Περίτα και τη σχέση του με τον Αλέξανδρο είναι ελάχιστες, λέγεται ότι «το πορτρέτο του βρίσκεται σε πολλές περιπτώσεις σε τοίχους που απεικονίζουν τις μάχες του Αλέξανδρου (www.quora.com)».
Η μόνη αδιαμφισβήτητη πηγή που έχουμε για τον Περίτα είναι του Πλούταρχου. Αν και είναι ο μόνος αρχαίος μελετητής που αναφέρει συγκεκριμένα αυτό το σκυλί, το κάνει με έναν περίεργα απρόσεκτο τρόπο. Ενώ περιγράφει τη σχέση του Αλεξάνδρου με το αγαπημένο του άλογο Βουκεφάλα και την τελική μοίρα αυτού του ζώου, ακούμε για τον Περίτα, αλλά περιέργως μόνο με τον πιο επιφανειακό και πραγματικά φευγαλέο τρόπο. Αρχαίες ιστορικές αναφορές αναφέρουν ότι η ράτσα του Βουκεφάλα ήταν εκείνη των καλύτερων θεσσαλικών. Κατά τη διάρκεια της μάχης του Υδάσπη το 326 π.Χ. ο Βουκεφάλας πέθανε στις όχθες του ποταμού για τον οποίο πήρε το όνομά της η μάχη αυτή, στο σημερινό Πουντζάμπ του Πακιστάν. Ο Αλέξανδρος ήταν τόσο θλιμμένος για την απώλεια του πολυαγαπημένου του αλόγου που έχτισε έναν ειδικό τάφο για το πεσμένο άλογό του. Στη συνέχεια, γύρω από αυτόν τον τάφο ο Αλέξανδρος ίδρυσε μια πόλη που ονόμασε Αλεξάνδρεια Βουκεφάλα.
Η Βουκεφάλα και η Νίκαια ήταν δύο πόλεις που ίδρυσε ο Μέγας Αλέξανδρος εκατέρωθεν του Υδάσπη (σημερινός ποταμός Τζελούμ, Πακιστάν) κατά τη διάρκεια της επιδρομής του στην ινδική χερσόνησο. Οι πόλεις, δύο από τις πολλές που ίδρυσε ο Αλέξανδρος, χτίστηκαν λίγο μετά τη νίκη του επί του Ινδού βασιλιά Πόρου στη μάχη του Υδάσπη στις αρχές του 326 π.Χ. (Βικιπαίδεια).
Ο Πλούταρχος, στην περιγραφή της τελικής μοίρας του Βουκεφάλα, έστω και λίγο, σχολιάζει παρεμπιπτόντως την ύπαρξη και την μοίρα του ηρωικού Περίτα. Όπως και σε προηγούμενες συγκρούσεις, ο Περίτας έλαβε μέρος στη μάχη του Γκουαγκαμέλα το 331 π.Χ. εναντίον του Δαρείου Γ’. Κατά τη διάρκεια αυτής της μάχης ένας ελέφαντας επιτέθηκε στον Αλέξανδρο. Με ένα ουρλιαχτό ο Περίτας άρπαξε τον ελέφαντα από τα χείλη, σταματώντας την επίθεσή του. Όσο παράξενο κι αν φαίνεται από τη δική μας οπτική γωνία, ήταν αναμενόμενο ότι οι σπουδαιότεροι από τους πολεμικούς και κυνηγετικούς σκύλους ήταν εκείνοι που πολεμούσαν ελέφαντες και λιοντάρια. Ενώ η πράξη ηρωισμού αυτού του σκύλου έσωσε τη ζωή του Αλέξανδρου, ο Περίτας σκοτώθηκε. Ηταν η συγκεκριμένη μάχη που οδήγησε στην πτώση της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών και του Δαρείου Γ’.
Τώρα η περιγραφή του Πλούταρχου για το πώς πέθανε ο Περίτας στη μάχη δεν είναι παρά μια εκδοχή του πώς αυτός ο σκύλος έσωσε τη ζωή του Αλέξανδρου. Μια άλλη εκδοχή για την ανδρεία του Περίτα ισχυρίζεται ότι “ο Αλέξανδρος είχε παγιδευτεί σε σημαντική απόσταση από τα στρατεύματά του και ότι ο Λεόννατος (ένας από τους αξιωματικούς του Αλέξανδρου), που άκουσε τον Περίτα να ουρλιάζει πίσω του, είπε στον σκύλο να τρέξει στον Αλέξανδρο. Ο Περίτας πάλεψε για να φτάσει στο τραυματισμένο αφεντικό του και κατάφερε να κρατήσει τους Μαλλιανούς αρκετά μακριά ώστε να φτάσουν οι άνδρες του Αλεξάνδρου και να τον σώσουν. Όταν έφτασαν οι άνδρες ο Περίτας, ο οποίος ήταν βαριά τραυματισμένος, είχε το κεφάλι του στην αγκαλιά του αφεντικού του και ξεψύχησε (http://dogs-in-history.blogspot.com)». Διάφορες άλλες μαρτυρίες αναφέρουν ότι ο Περίτας είχε χτυπηθεί από ακόντιο στο δρόμο προς τον κύριό του, κάνοντας έτσι την υπεράσπιση του Αλεξάνδρου ακόμη πιο ηρωική.
Αλλοι συγγραφείς φτάνουν στο σημείο να ισχυριστούν ότι αν ο Αλέξανδρος δεν είχε επιβιώσει από αυτή τη μάχη, μέσω της υπέρτατης θυσίας του Περίτα, ο πολιτισμός όπως τον ξέρουμε ίσως να μην είχε αναπτυχθεί ποτέ. Στη συνέχεια, όπως ακριβώς και με τον Βουκεφάλα, ο Αλέξανδρος έχτισε έναν ωραίο τάφο για τον σκύλο και στη συνέχεια, για άλλη μια φορά, ίδρυσε μια πόλη που ονόμασε Περίτα γύρω από τον τόπο ανάπαυσης του σκύλου. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, η μόνη διαφορά του τάφου του Περίτα, που λέγεται ότι διέθετε επίσης άγαλμα, ήταν ότι ο Αλέξανδρος τον τοποθέτησε στην είσοδο αυτής της νεοσύστατης πόλης. Αλλά και πάλι, οι λεπτομέρειες σχετικά με τη δράση, τη ζωή του Περίτα και τις προσπάθειες του Αλέξανδρου να τιμήσει τον αγαπημένο του σκύλο ποικίλλουν. Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι ο μνημειακός τάφος του Περίτα βρέθηκε στο κέντρο της νεοσύστατης πόλης. Περιέργως, δεν είναι πολλά γνωστά για την πόλη της Περίτας, οπότε δεν αποτελεί έκπληξη να μάθουμε ότι για λόγους που δεν έχουν ποτέ παρουσιαστεί ή εξηγηθεί, η πόλη της Περίτας δεν διασώθηκε στη σύγχρονη εποχή.
Η ιστορία των ανθρώπων και των σκύλων είναι πολύπλοκη και φτάνει πολύ παλιά στον χρόνο. Οπως γνωρίζουμε από τις εκστρατείες του Αλεξάνδρου, οι σκύλοι έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στη μάχη. Με τη συγκεκριμένη περίπτωση του Περίτα είναι ασφαλές να πούμε, όποια πηγή και αν θέλει κανείς να επικαλεστεί, ότι αυτός ο σκύλος έσωσε την ίδια τη ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τι περισσότερο θα μπορούσε να ζητηθεί από εκείνον;