Μήπως αρχίζει η Αμερική να σκέπτεται αυτό που κάποτε ήταν αδιανόητο;
Μήπως έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί ότι η Τουρκία είναι μια χαμένη υπόθεση και ότι θα πρέπει να μάθει να ζει χωρίς αυτή;
Αναμφίβολα «ο ελέφαντας στο δωμάτιο», κατά την επίσκεψη του Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον ήταν ο Ερντογάν. Κανείς δεν πρόφερε -δημόσια- το όνομά του. Κανείς δεν πρόφερε τη λέξη Τουρκία. Ηταν όμως «παρών».
Και ήταν ακόμα «παρών» στην αναπόφευκτη σύγκρισή του με τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας. Και η σύγκριση ήταν συντριπτική σε βάρος του Ερντογάν.
Οι Αμερικανοί επίσημοι στο πρόσωπο του Μητσοτάκη είχαν έναν σύγχρονο ηγέτη της Ελλάδας και της Ευρώπης. Εναν ηγέτη που από πεποίθηση και αξιολόγηση του εθνικού συμφέροντος είναι ταγμένος στη Συμμαχία του ΝΑΤΟ και στη Δύση.
Η χώρα του είναι μία χώρα που συμμετέχει και εφαρμόζει τις αποφάσεις της Συμμαχίας, ακόμα και όταν πληρώνει κάποιο οικονομικό τίμημα. Οπως αυτό αποδεικνύεται στην περίπτωση της Ουκρανίας.
Και από την άλλη πλευρά, υπάρχει ένας αυταρχικός ηγέτης χώρας του ΝΑΤΟ που δημιουργεί συνεχώς προβλήματα. Που βάζει συνεχώς το προσωπικό πολιτικό του συμφέρον και των ολιγαρχών φίλων του πάνω και από την ενότητα και την δυνατότητα λήψης αποφάσεων του ΝΑΤΟ.
Οπως κάνει τώρα με την αίτηση της Σουηδίας και της Φινλανδίας να υπαχθούν στο ΝΑΤΟ.
Ενα θεόπεμπτο δώρο του Πούτιν στη Δύση.
Το ερώτημα, αν η Τουρκία του Ερντογάν ανήκει στο ΝΑΤΟ, το θέτουν οι Τζο Λίμπερμαν και Μαρκ Γουάλας με άρθρο τους στη χθεσινή έκδοση της «Wall Street Journal».
Το ερώτημα αυτό είχε τεθεί και παλιότερα.
Τώρα όμως έχει γίνει πιο επιτακτικό.
Πρωτοφανές παράδειγμα είναι το γεγονός ότι όταν ο Μητσοτάκης στη δεξίωση στον Λευκό Οίκο δήλωσε πως «κανείς δεν μπορεί ή δεν θα δεχτεί την λύση δύο κρατών στην Κύπρο», ο Μπάιντεν τον χειροκρότησε τόσο όσο και το ομογενειακό ακροατήριο.
Η «λύση» των δύο κρατών στην Κύπρο δεν αποτελεί παρωνυχίδα της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, αλλά βασική πολιτική όσον αφορά το Κυπριακό.
Αρα το χειροκρότημα του Μπάιντεν είναι αποκαλυπτικό, αν όχι ακόμα της πολιτικής των ΗΠΑ, τουλάχιστον των αισθημάτων που επικρατούν στην αμερικανική κυβέρνηση για τον Ερντογάν.
Ανάλογο χειροκρότημα στην ίδια αναφορά εισέπραξε ο κ. Μητσοτάκης και από τους βουλευτές και γερουσιαστές που παραβρέθηκαν στην ομιλία του στο Κογκρέσο.
Και μάλιστα και από τα δύο κόμματα.
Η σημασία αυτών δεν είναι του ίδιου επιπέδου με την ενέργεια του Προέδρου, αλλά δεν στερείται σημασίας.
Είναι το Κογκρέσο που καλείται να εγκρίνει την πώληση οπλικών συστημάτων και άλλων θεμάτων για την Τουρκία.
Δεν θα μπορούσε λοιπόν να υπάρξει σήμερα πιο συντριπτική σύγκριση υπέρ της Ελλάδας, από την οπτική γωνία της Ουάσιγκτον και του ΝΑΤΟ.
Αυτό όμως, όσο χρήσιμο κι αν είναι, από μόνο του δεν αρκεί.
Θα πρέπει να οδηγηθούν επιτέλους στο συμπέρασμα ότι το ίδιο λάθος της ανεκτικότητας που επέδειξαν στον Πούτιν δεν πρέπει να επαναληφθεί και με τον Ερντογάν.
Το τίμημα που πληρώνουμε για το λάθος που διαπράχθηκε έναντι του Πούτιν, το ζούμε.
Δεν γνωρίζουμε ακόμα ποιο θα είναι το τίμημα της ανεκτικότητας έναντι του Ερντογάν. Τίμημα πάντως θα υπάρξει.
Αυτή η ιστορία με τον ταραξία Ερντογάν δεν μπορεί να έχει ευχάριστο τέλος.