Βασισμένοι στο αρχαίο ελληνικό ρητό «επανάληψις, μήτηρ κάθε μαθήσεως» εδώ και πολλά χρόνια γράφουμε κατά της οπλοφορίας, εκτός για κυνηγετικούς σκοπούς που γίνονται με αρχές και ορισμένες περιόδους του έτους.
Η οπλοχρησία σε κάθε άλλη περίπτωση είναι αντιδημοκρατική, εκφοβιστική, απειλητική, επικίνδυνη για τη δημοκρατία μας.
Κατά καιρούς κλαίμε για μικρά παιδιά που παίζουν με το όπλο των γονιών τους που δεν το είχαν κρυμμένο με ασφάλεια. Θρηνούμε μαζικές δολοφονίες ψυχικά άρρωστων ανθρώπων και πίσω από όλα αυτά κρύβεται μία τεράστια υποκρισία των αρχών, καθώς και της αντιδημοκρατικής συμπεριφοράς ανωτάτων δικαστών. Δικαστών που επιτρέπουν σε πολιτείες να αγοράζονται όπλα χωρίς κανόνες και να φέρονται δημοσίως σε κοινή θέα.
Δικαστές που υπακούουν σε πολιτικές σκοπιμότητες αδιαφορώντας για τη σταθερότητα του πολιτεύματος, της δημοκρατίας και της κοινωνικής ειρήνης.
Δημοσιεύσαμε περίληψη ενός άρθρου της «New York Times» με πολύ ανησυχητικό περιεχόμενο, που πιθανόν να διαφεύγει της προσοχής των πολιτών: «Σε όλη τη χώρα, το να κουβαλάς ανοιχτά ένα όπλο στο κοινό δεν είναι πλέον απλώς μια άσκηση αυτοάμυνας — όλο και περισσότερο είναι ένα πρόχειρο βήμα για να υψώνεις τη φωνή σου και, εξίσου συχνά, να ησυχάζεις τη φωνή κάποιου άλλου» έγραψε η αμερικανική εφημερίδα με τίτλο «Στις διαδηλώσεις μιλάνε τα όπλα».
Αναρωτιόμαστε αν είναι αυτή η Αμερική. Πώς επιτρέψαμε να υπάρξει αυτή η κατάπτωση της πολιτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες;
Πρέπει να μπει ένα τέλος. Ακόμη και με τη βία σε όσους πρεσβεύουν ακραίες ιδέες από όπου κι αν προέρχονται.
Κάποια στιγμή θα πρέπει το Ανώτατο Δικαστήριο να κοιταχθεί στον καθρέφτη και να κάνει την αυτοκριτική του.
Ναι μεν, είναι οι πολιτικοί που φταίνε, αλλά οι δικαστές που το επιτρέπουν και τους δίνουν το ελεύθερο έχουν τη μεγαλύτερη ευθύνη.
Και στο έγκλημα έχουμε τον δράστη τον φυσικό αλλά και τον ηθικό. Και σε αυτή την κατάπτωση του καθεστώτος, που εκβιάζεται ανοικτά από το λόμπι των όπλων, οι ανώτατοι δικαστές είναι οι ηθικοί αυτουργοί των κυβερνητών που νομοθετούν αντιδημοκρατικά μόνο και μόνο γιατί ένας διχαστικός επιχειρηματίας φιλοδόξησε να γίνει πρόεδρος και όταν το κατάφερε έσπειρε τη διχόνοια στη χώρα προς ίδιον όφελος.
Να δοθεί ένα τέλος σε αυτό, να μονοιάσει η χώρα, γιατί από τη στιγμή που στις διαδηλώσεις έχουν αρχίσει να μιλάνε τα όπλα, μέχρι την έναρξη ενός εμφυλίου η απόσταση δεν είναι μεγάλη. Και θα έχουμε όλοι τη ευθύνη αν δεν κάνουμε κάτι τώρα, όχι χθες.