ΑΘΗΝΑ. Στη μεγαλύτερη μέχρι σήμερα μελέτη που διερευνά τη σχέση μεταξύ της σοβαρής ψωρίασης και της στεφανιαίας νόσου, οι ερευνητές επιβεβαίωσαν ότι οι ασθενείς με σοβαρή ψωρίαση διατρέχουν υψηλότερο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Τα αποτελέσματα δημοσιεύονται στο περιοδικό «Journal of Investigative Dermatology».
Η ψωρίαση είναι μια χρόνια συστηματική φλεγμονώδης νόσος που προσβάλλει το 1-3% του παγκόσμιου πληθυσμού. Σε αυτή τη μελέτη συμμετείχαν 503 ασθενείς με ψωρίαση και χωρίς κλινική καρδιαγγειακή νόσο. Οι ερευνητές αποκάλυψαν υψηλό επιπολασμό στεφανιαίας μικροαγγειακής δυσλειτουργίας σε ποσοστό άνω του 30% των ασυμπτωματικών ασθενών.
Τα ευρήματα ρίχνουν φως στον πιθανό μηχανισμό με τον οποίο η ψωρίαση αυξάνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών επιπλοκών, σε συμφωνία με προηγούμενες μελέτες για καρδιαγγειακές παθήσεις στα άτομα που πάσχουν από χρόνιες φλεγμονώδεις καταστάσεις, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος και η συστηματική σκλήρυνση.
Εντοπίστηκε ότι η σοβαρότητα της ψωρίασης και η διάρκεια της νόσου, όπως και η παρουσία ψωριασικής αρθρίτιδας, συσχετίστηκαν με χαμηλότερο δείκτη CFR (στεφανιαία εφεδρεία ροής), που υποδηλώνει τη στεφανιαία μικροαγγειακή δυσλειτουργία. Επιπλέον, οι συμβατικοί παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως η χρήση καπνού, η υπερλιπιδαιμία και ο σακχαρώδης διαβήτης, δεν συσχετίστηκαν ανεξάρτητα με μειωμένο CFR σε ασθενείς με σοβαρή ψωρίαση. Τα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν τη σημασία της συνεκτίμησης της φλεγμονής και των παραγόντων που σχετίζονται με την ψωρίαση, κατά την αξιολόγηση του καρδιαγγειακού κινδύνου.
«Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι μια έγκαιρη και αποτελεσματική θεραπεία της ψωρίασης θα αποκαθιστούσε την μικροαγγειακή δυσλειτουργία και τελικά θα απέτρεπε τον μελλοντικό κίνδυνο εμφράγματος του μυοκαρδίου και καρδιακής ανεπάρκειας που σχετίζεται με αυτήν», επισημαίνει ο επικεφαλής ερευνητής, Στέφανο Πιασέρικο, γιατρός στη Μονάδα Δερματολογίας του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Πάντοβα, και προσθέτει: «Ορισμένες προκαταρκτικές μελέτες έδειξαν ότι η στεφανιαία μικροαγγειακή δυσλειτουργία αποκαθίσταται μετά από θεραπεία με βιολογικά φάρμακα. Παρ’ όλα αυτά απαιτούνται προοπτικές μελέτες για να επιβεβαιωθεί κατά πόσο τα ευρήματα αυτά μεταφράζονται σε μείωση των καρδιαγγειακών συμβάντων».