Επεσε η αυλαία στις φετινές ευρωεκλογές. Στην Ελλάδα, θριάμβευσε η αποχή, ενώ κερδισμένα βγήκαν και τα μικρότερα κόμματα. Για πρώτη φορά, Ελληνες πολίτες με μόνιμη κατοικία στο εξωτερικό είχαν τη δυνατότητα να συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία διαμέσου επιστολικής ψήφου. Στην υπόλοιπη Ευρώπη, τα αποτελέσματα προκάλεσαν κυβερνητική αστάθεια σε κάποιες χώρες, αν και δεν θα επηρεάσουν τη θεσμική λειτουργία της ΕΕ (Συμβούλιο της Ευρώπης, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Eurogroup). Διατυπώθηκε, όμως, το κυρίαρχο λαϊκό αίσθημα στη Γηραιά Ηπειρο με μετατοπίσεις πολιτικών δυνάμεων. Πολιτικοί που κάποτε θεωρούνταν ακραίοι και πολιτεύονταν με περιθωριακά κόμματα ενδέχεται να βρεθούν πλέον στο επίκεντρο πολιτικών ζυμώσεων.
Εξαιτίας της σύνθετης πολιτικής αρχιτεκτονικής της ΕΕ, ο αντίκτυπος των ευρωεκλογών δεν είναι το ίδιο με αυτόν στα επιμέρους κράτη μέλη που την συνιστούν ή σε χώρες όπως οι ΗΠΑ. Τα ψηφίσματα της Ευρωβουλής είναι εν πολλοίς μη δεσμευτικά, υποβαθμίζοντας κατά κάποιον τρόπο τη σημασία του θεσμού. Επίσης, τα πρόσφατα σκάνδαλα με ευρωβουλευτές χάλασαν κάπως την εικόνα του θεσμού. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η σύνθεση του νέου ευρωπαϊκού κοινοβουλίου αντικατοπτρίζει τις τάσεις των ψηφοφόρων και αποκαλύπτει την κατεύθυνση που θα πνέουν οι πολιτικοί άνεμοι για την επόμενη πενταετία.
Ωστόσο, κάθε κράτος μέλος της ΕΕ βιώνει αυτά τα φαινόμενα διαφορετικά. Νέα πολιτικά κινήματα που προωθούν μια διαφορετική ατζέντα αρχίζουν και αναδύονται. Ενδεικτικά, εδώ και λίγα χρόνια, το σοσιαλιστικό κόμμα της Δανίας προωθεί μια σκληρή αντιμεταναστευτική πολιτική, πράγμα έως τώρα ασύλληπτο για κεντροαριστερό κόμμα στην Ελλάδα, όπου ακόμη και η ΝΔ δείχνει απρόθυμη να λάβει ουσιαστικά μέτρα για να αντιμετωπίσει τη λαθρομετανάστευση, παρά τους προφανείς κινδύνους εθνικής συνοχής.
Γι’ αυτό δεν πρέπει να θεωρούνται οι ευρωεκλογές απλά ένα άτυπο δημοψήφισμα για τις κατά τόπους κυβερνήσεις. Οι περισσότεροι πολίτες επέλεξαν την αποχή για να δείξουν την απαξίωσή τους, χωρίς να επιχειρήσουν να δουν πέρα από τις εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες και να προβληματιστούν γενικότερα για τα θέματα που οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι της χώρας θα παρουσιάσουν στους συναδέλφους τους στο Στρασβούργο. Κάθε κράτος μέλος της ΕΕ αντιμετωπίζει ξεχωριστές επιμέρους προκλήσεις, αλλά και θέματα που πρέπει να διαχειριστεί από κοινού με τα υπόλοιπα 26 κράτη μέλη. Θα αποτελούσε λάθος για οποιοδήποτε κόμμα να στείλει ως ευρωβουλευτή στο Στρασβούργο κάποιον που δεν συναισθάνεται το μέγεθος της ευθύνης που φέρει ώστε να αναπτύξει την ξεχωριστή οπτική γωνία του λαού και της χώρας του επί σημαντικών θεμάτων που θα καθορίσουν την ζωή των πολιτών στα χρόνια που έρχονται.
Δυστυχώς, τα κριτήρια για να γίνει κάποιος ευρωβουλευτής (ή έστω υποψήφιος) ακολουθούν περισσότερο τη λογική που επικρατεί για την Γιουροβίζιον. Δεν έχει βρεθεί ακόμη ο τρόπος να αναδειχθούν οι πλέον κατάλληλοι «πρεσβευτές» να εκπροσωπήσουν τον Ελληνισμό επαξίως μέσα στον μοναδικό αυτό δημοκρατικό (και όχι τεχνοκρατικό) θεσμό της ΕΕ. Στην Ελλάδα, αρκετοί ψηφοφόροι ίσως να μην γνωρίζουν καν την επίσημη θέση του κόμματος που ψηφίζουν επάνω σε μεγάλο αριθμό ευρωπαϊκών υποθέσεων, ενώ επιλέγουν τους υποψηφίους με το σφαλερό κριτήριο της αναγνωρισιμότητας.
Μολονότι η τάση αυτή εντοπίζεται και σε μεγάλες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, οι κίνδυνοι για την Ευρώπη είναι μεγαλύτεροι, διότι υφίστανται σοβαρότερες διαφορές και αποκλίσεις μεταξύ των κυβερνήσεων και πολιτών των 27 κρατών μελών της ΕΕ. Δεδομένης της διάχυτης πολιτικής πόλωσης που παρατηρείται σήμερα στις ΗΠΑ, δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πόσο ανεξέλεγκτη θα μπορούσε να γίνει η κατάσταση και στην Ευρώπη αν δεν ληφθούν οι ιδιαιτερότητες αυτές σοβαρά υπόψη.
Ασχέτως των προσώπων που εν τέλει εξελέγησαν για να εκπροσωπήσουν την Ελλάδα και την Κύπρο στην Ευρωβουλή, το ζητούμενο είναι να καταφέρουν να δημιουργήσουν προστιθέμενη αξία μέσα από την προσφορά της πολύτιμης εμπειρικής γνώσης που προέρχεται από τη μοναδικότητα (και συνάμα οικουμενικότητα) του Ελληνισμού.
Για παράδειγμα, η Κύπρος αποτελεί το μοναδικό κράτος μέλος της ΕΕ που τελεί υπό ξένη κατοχή, πράγμα που συνιστά μεγάλη ντροπή για την ΕΕ. Παρά την έντονη ρητορική των Ευρωπαίων ηγετών για την Ουκρανία και την Παλαιστίνη, είναι λυπηρό να διαπιστώνουμε ότι ελάχιστοι (συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων) κάνουν λόγο για τη μαύρη φετινή επέτειο των 50 χρόνων από την εισβολή του Αττίλα και την κατοχή του βόρειου μέρους της Μεγαλονήσου από την Τουρκία.
Τοιουτοτρόπως, δεδομένου ότι η Ελλάδα κατατάσσεται ανάμεσα στις πρώτες περιοχές της Ευρώπης που ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό, επαφίεται σε εκείνη να στείλει ένα διαπρύσιο μήνυμα υπέρ των δικαιωμάτων των Χριστιανών, καταδικάζοντας τη μετατροπή ιερών χώρων όπως η Αγία Σοφία και η Μονή της Χώρας σε τζαμιά από τους Τούρκους. Επίσης, μια εκ νέου στροφή προς τις κλασικές σπουδές, όπου η Ελλάδα όφειλε να είναι μπροστάρης, θα μπορούσε να αποτελέσει ουσιαστικό αντίβαρο στην καταστροφική απολυτότητα και στις υπερβολές του «γουοκισμού» και της «κουλτούρας της ακύρωσης».
Υπάρχουν πολλές ευκαιρίες να μοιραστούν οι όντως οικουμενικές αξίες του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας στους λαούς της ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι οι Ελληνες (Ελλαδίτες και Κύπριοι) πολιτικοί διαθέτουν την ανάλογη φιλοδοξία. Μακάρι όσοι ψήφισαν στις εκλογές αυτές να έπραξαν το καθήκον τους ώστε να γίνει αυτή η πολιτική προοπτική πραγματικότητα.
X @CTripoulas