x
 

Συνεργάτες

Οι περιπέτειες του Οδυσσέα

Αγαπητοί αναγνώστες, συνάδελφοι και μη, ένα άλλο θέμα που ήθελα να περιγράψω σήμερα ίσως είναι χρήσιμο για τους εκπαιδευτικούς των μεγάλων τάξεων του δημοτικού ή γυμνασίου να το χρησιμοποιήσουν για τη διδασκαλία μαθημάτων αρχαίας Ελλάδος και ιδιαίτερα για ένα κεφάλαιο που έχει κατακτήσει και μεταφραστεί σε όλο τον κόσμο. Πρόκειται για την Οδύσσεια του Ομήρου και ιδιαίτερα για τα ταξίδια του Οδυσσέα.

Όταν τελείωσε ο Τρωικός πόλεμος, οι Έλληνες μπήκαν στα πλοία τους και επέστρεψαν στην πατρίδα τους. Εκτός από τον Οδυσσέα.

Εκείνος περιπλανήθηκε σε πολλά μέρη για δέκα ολόκληρα χρόνια. Έχασε όλους τους συντρόφους του, πριν γυρίσει στην πατρίδα του μόνος και κατάκοπος.

Ο Οδυσσέας στη χώρα των Κικόνων

Ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του και με δώδεκα καράβια ξεκίνησαν για την Ιθάκη. Όμως, οι θεοί έστειλαν δυνατούς ανέμους που τα έσπρωξαν στις ακτές της Θράκης, όπου κατοικούσαν οι Κίκονες. Ο Οδυσσέας και οι άνδρες του βγήκαν από τα καράβια, και καθώς ήταν πεινασμένοι, άρπαξαν τρόφιμα από τους κατοίκους. Οι Κίκονες, όμως, τους έκαναν επίθεση και σκότωσαν πολλούς άνδρες. Όσοι σώθηκαν, μπήκαν γρήγορα στα καράβια κι έφυγαν μακριά. Φτάνουν στο νησί των Λωτοφάγων όπου όποιος έτρωγε το φρούτο που λέγεται λωτός ξεχνούσε τον τόπο του. Ο Οδυσσέας έστειλε τρεις άνδρες να δουν τι γίνεται σε αυτό το νησί. Οι άνδρες δεν γύρισαν. Ο Οδυσσέας ανησύχησε και πήγε να τους βρει. Όταν τους βρήκε ήταν ζαλισμένοι γιατί είχαν φάει λωτούς. Χρειάστηκε να τους δέσει για να τους τραβήξει πίσω στο καράβι.

Μία από τις πιο μεγάλες περιπλανήσεις του Οδυσσέα ήταν στο νησί των Κυκλώπων. Μετά από το νησί των Λωτοφάγων, η αγριεμένη θάλασσα τους έριξε σε ένα άλλο νησί που εκεί ζούσε ο κύκλωπας Πολύφημος. Όταν έφτασαν στο νησί αυτό είδαν μια μεγάλη σπηλιά και μπήκαν μέσα. Σε λίγο, ακούστηκαν βαριά βήματα και στην είσοδο της σπηλιάς φάνηκε ένας γίγαντας με το κοπάδι του. Ήταν ο κύκλωπας Πολύφημος. Αγριεμένος ρώτησε «ποιοι είσαστε εσείς που ήρθατε στη σπηλιά μου;». Ο Οδυσσέας του απάντησε «Επιστρέφουμε στη πατρίδα μας από τον πόλεμο της Τροίας. Στο όνομα του Δία ζητούμε τη φιλοξενία σου». Εκείνος όμως τους απάντησε με θυμό. «Οχι οι Κύκλωπες δεν νοιάζονται για τον Δία. Εγώ είμαι ο Πολύφημος, ο γιος του Ποσειδώνα». Αμέσως άρπαξε δύο από τους συντρόφους του Οδυσσέα και τους έφαγε. Την άλλη μέρα, όταν ξύπνησε ο κύκλωπας έφαγε άλλους δύο άνδρες. Έτσι έκανε κάθε μέρα ο κύκλωπας. Τότε ο πολυμήχανος Οδυσσέας είχε μια ιδέα για να γλυτώσουν. Βρήκε ένα μακρύ κλαδί με μυτερή άκρη και το έκρυψε. Το βράδυ που ο Πολύφημος γύρισε στη σπηλιά, ο Οδυσσέας έδωσε στον κύκλωπα ένα μεγάλο ασκί γεμάτο κρασί για να το πιει. Ήπιε κι άλλο κι άλλο και μέθυσε. Ο Πολύφημος ρωτάει τον Οδυσσέα «Ποιος είσαι εσύ;». Και του απαντάει ο Οδυσσέας: «Με φωνάζουν Κανένα». Τότε ο Πολύφημος του απαντάει. «Αφού μου προσφέρεις τέτοιο ωραίο κρασί, θα σε φάω τελευταίο». Ο Οδυσσέας τρομαγμένος πιάνει το μυτερό ξύλο και τον τυφλώνει. Ο κύκλωπας φώναζε «βοήθεια, βοήθεια». Όταν οι άλλοι Κύκλωπες πάνε για βοήθεια ρώτησαν γιατί φωνάζεις, ποιος σε χτύπησε και αυτός απαντούσε «ο κανένας». Και οι Κύκλωπες είπαν «αφού δεν σε χτύπησε κανένας, τι φωνάζεις;». Όλοι έφυγαν τρέχοντας. Τότε, ο Οδυσσέας έδεσε όλους τους συντρόφους κάτω από τις κοιλιές των προβάτων και έτσι γλύτωσαν όλοι από τον Πολύφημο. Καθώς το καράβι έφευγε από το νησί των Κυκλώπων, ο Οδυσσέας φώναξε: «Πολύφημε, αν σε ρωτήσουν ποιος σε τύφλωσε να τους πεις ο Οδυσσέας με τύφλωσε, ο γιος του Λαέρτη από την Ιθάκη».

Συνεχίζοντας το ταξίδι τους, ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του έφτασαν στο νησί του Αιόλου, που ήταν ο θεός των ανέμων. Ο Αίολος τους φιλοξένησε με χαρά για ένα μήνα. Όταν ετοιμάστηκαν να φύγουν, τους έδωσε έναν ασκό, που μέσα είχε κλείσει όλους τους δυνατούς ανέμους. Τότε είπε να μην τον ανοίξουν ποτέ. Άφησε μόνο το Ζέφυρο, για να σπρώχνει τα καράβια. Εννιά μέρες ταξίδευαν και πλησίαζαν να φτάσουν στην Ιθάκη. Ο Οδυσσέας, κουρασμένος, αποκοιμήθηκε και οι σύντροφοί του άνοιξαν τον ασκό γιατί νόμιζαν ότι ο ασκός είχε χρυσάφι. Αμέσως, οι δυνατοί άνεμοι όρμησαν έξω και έσπρωξαν τα καράβια μακριά απ' την Ιθάκη.

Μετά από εκεί έφτασαν στο νησί των Λαιστρυγόνων.

Αργότερα, συνέχισαν για το νησί της Κίρκης. Βγήκαν από τα πλοία που τους έριξαν οι άνεμοι στο νησί της μάγισσας Κίρκης.

Εκεί βρήκαν το παλάτι της Κίρκης που τους υποδέχτηκε και τους έδωσε να φάνε. Με το μαγικό της ραβδί, την ώρα που έτρωγαν, τους μεταμόρφωσε σε γουρούνια. Ένας από τους άνδρες ξέφυγε και έτρεξε να πει στον Οδυσσέα τι είχε γίνει.

Ο Οδυσσέας πήγε γρήγορα στο παλάτι. Πριν η Κίρκη προλάβει να τον αγγίξει με το μαγικό της ραβδί, την ανάγκασε με το σπαθί του να ξανακάνει τους συντρόφους του ανθρώπους.

Όταν αποφάσισαν να φύγουν, η Κίρκη είπε στον Οδυσσέα να κατέβει στον Άδη και να βρει τον μάντη Τειρεσία. Εκείνος θα του έλεγε πώς θα έφταναν στην Ιθάκη.

O Οδυσσέας κατεβαίνει στον Άδη και συναντά τον Τειρεσία ο οποίος του είπε «ο Ποσειδώνας είναι πολύ θυμωμένος μαζί σου, επειδή τύφλωσες τον γιο του Πολύφημο, για αυτό δεν μπορείτε να επιστρέψετε στην Ιθάκη. Θα τα καταφέρετε μια μέρα, αν δεν πειράξετε τα ιερά βόδια του Θεού Ήλιου, όταν θα φτάσετε στο νησί του».

Μετά τον Άδη φτάνει στο νησί των Σειρήνων με τα ωραία τους τραγούδια, που όπως τον είχε συμβουλέψει η Κίρκη έβαλε κερί στα αφτιά των συντρόφων για να μην ακούσουν το τραγούδι των Σειρήνων. Έτσι μπόρεσε δεμένος και αυτός να φύγει από αυτό το παράξενο νησί και να συνεχίσει το ταξίδι του. Έφτασε στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη που ως εκ θαύματος γλύτωσε, για να φτάσει στο νησί του Ήλιου. Θυμωμένος ο Δίας τους έριξε άγρια καταιγίδα και έφτασαν στο νησί της Καλυψώς αφού προηγουμένως είχαν διαλυθεί όλα τα καράβια από την καταιγίδα που έστειλε ο Δίας. Σε μια σανίδα ο ίδιος ο Οδυσσέας έφτασε στο νησί της Καλυψώς και της ζήτησε να τον βοηθήσει να επιστρέψει πίσω στην Ιθάκη του.

Δύο μέρες κολυμπούσε για να φτάσει στο νησί των Φαιάκων. Εκεί τον βρήκε η Ναυσικά, η κόρη του Αλκίνοου, με τις φίλες της και τον έφεραν στο παλάτι. Εκεί, ο Οδυσσέας διηγήθηκε στον βασιλιά τις περιπέτειες του. Ο Αλκίνοος του πρόσφερε φιλοξενία και την άλλη μέρα τον έστειλε με ένα καράβι στην Ιθάκη. Όταν έφτασαν εκεί, ο Οδυσσέας, που ήταν πολύ κουρασμένος, κοιμόταν. Οι ναύτες τον πήραν στα χέρια και τον έβγαλαν στην αμμουδιά.

Όταν ξύπνησε ο Οδυσσέας, δεν κατάλαβε πού βρισκόταν, γιατί υπήρχε ομίχλη τριγύρω. Εμφανίστηκε τότε η θεά Αθηνά που σκόρπισε την ομίχλη, και ο Οδυσσέας είδε με μεγάλη συγκίνηση πως είχε φτάσει στην αγαπημένη του Ιθάκη.

* Η Στέλλα Κοκόλη είναι πρόεδρος Ομοσπονδίας Ελλήνων Εκπαιδευτικών.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Καλημέρα από την Αθήνα που σηκώθηκε το πρωί με έναν υπέροχο ήλιο να την ζεσταίνει με 73-75 βαθμούς, αλλά και τις πρώτες ρίπες του έτους από αφρικανική σκόνη.

ΠΙΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ

Αντίλογος

Παρενέβη, διαβάζω, ο υπουργός Υγείας, Θάνος Πλεύρης, για να τεθεί σε διαθεσιμότητα ο δημόσιος υπάλληλος που συνελήφθη για εμπλοκή του στην υπόθεση της 12χρονης στα Σεπόλια.

Εκδηλώσεις

ΜΠΡΟΥΚΛΙΝ. Μέσα σε ιδιαίτερα συγκινητικό κλίμα πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 18 Ιουνίου η τελετή αποφοίτησης της 8ης τάξης του Ημερήσιου Ελληνικού Σχολείου “Αργύριος Φάντης” στον Καθεδρικό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Μπρούκλιν.

Πολιτισμός

Η πρωτοεμφανιζόμενη συγγραφέας Μαρίνα Πλούμπη, μας χάρισε φέτος ένα παιδικό βιβλίο ξεχωριστό και μοναδικό για τα ελληνικά δεδομένα.

ΒΙΝΤΕΟ