ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. Περικοπές άνω των 200 εκατομμυρίων δολαρίων στον προϋπολογισμό των δημόσιων σχολείων της Νέας Υόρκης επανήλθαν σε ισχύ, τουλάχιστον προσωρινά, αφού το κρατικό Εφετείο την περασμένη Τρίτη ανέστειλε την απόφαση Δικαστηρίου που απαιτεί από την πόλη την αναδιάρθρωση του προϋπολογισμού.
Η απόφαση ήρθε λίγο μετά την διαμάχη για τη χρηματοδότηση των σχολείων που έφερε αντιμέτωπους τον δήμαρχο Ερικ Ανταμς με το Δημοτικό Συμβούλιο και προκάλεσε την οργή δασκάλων και εκπαιδευτικών.
Η διοίκηση του Ανταμς επεδίωκε τις περικοπές – με τον δήμαρχο να τις θεωρεί απαραίτητες λόγω της πτώσης των εγγραφών των μαθητών.
Το ακριβές ποσό των περικοπών έχει αμφισβητηθεί, με τον Μπραντ Λάντερ, τον ελεγκτή της Νέας Υόρκης (comptroller), να υπολογίζει ότι οι περικοπές στην πραγματικότητα ανέρχονται σε περισσότερα από 300 εκατομμύρια δολάρια.
Περισσότερα από 1.200 σχολεία της πόλης, ή περίπου τα δύο τρίτα των δημόσιων σχολείων, θα αντιμετωπίσουν περικοπές, σύμφωνα με ανάλυση του Chalkbeat, ενός ειδησεογραφικού ιστότοπου για την εκπαίδευση.
Ακόμα, σύμφωνα με τους «New York Times», πολλοί διευθυντές έχουν αντιταχθεί στις περικοπές του προϋπολογισμού εδώ και μήνες, υποστηρίζοντας ότι δεν θα μπορούσαν να έρθουν σε χειρότερη στιγμή. Το σχολικό έτος 2022-2023 υποτίθεται ότι θα εστιάζεται στην ανάκτηση των απωλειών μετά την επιβράδυνση του ρυθμού μάθησης κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Αντίθετα, οι διευθυντές λένε ότι οι περικοπές τους αναγκάζουν να μειώσουν τις θέσεις διδασκαλίας και τα προγράμματα εμπλουτισμού που χρειάζονται για να βοηθήσουν τους μαθητές να ανακάμψουν.
«Το σχολείο ξεκινάει σε λίγες εβδομάδες. Οι μαθητές μας δεν χρειάζονται έναν κουραστικό αγώνα», δήλωσε ο Μίχαελ Μάλγκρου (Michael Mulgrew), πρόεδρος της Ενωμένης Ομοσπονδίας Δασκάλων. «Η απάντηση είναι να αποκαταστήσει ο δήμαρχος τις περικοπές».
Ο προηγούμενος δήμαρχος, Μπιλ ντε Μπλάσιο (Bill de Blasio), χρησιμοποίησε ομοσπονδιακά κεφάλαια τόνωσης για να ενισχύσει τους προϋπολογισμούς για σχολεία με μειωμένους αριθμούς. Ωστόσο, η διοίκηση του Ανταμς αποφάσισε να μην βασίζεται σε ομοσπονδιακά χρήματα, τα οποία είναι προσωρινά και θα φύγουν μέχρι το οικονομικό έτος 2025.
Δάσκαλοι και γονείς έχουν υποστηρίξει ότι οι οικογένειες θα συνεχίσουν να εγκαταλείπουν το δημόσιο σχολικό σύστημα εάν τα σχολεία δεν έχουν προγραμματισμό εμπλουτισμού ή εάν συνεχίσει να είναι υψηλός ο αριθμός των μαθητών ανά αίθουσα λόγω έλλειψης διδακτικού προσωπικού.