ΛΕΥΚΩΣΙΑ. Στην απόφαση να εγκρίνει τις επενδυτικές δαπάνες για την περίοδο κατασκευής του έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου – Κρήτης, Great Sea Interconnector (GSI), 1 Ιανουαρίου 2025 έως την 31 Δεκεμβρίου του 2029, το ποσό των €25 εκατομμυρίων, ανά έτος, με συνολικό ανώτατο όριο επιτρεπόμενου εσόδου προς ανάκτηση για τα πέντε έτη τα €125 εκ., κατέληξε την Παρασκευή η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου (ΡΑΕΚ), αποφασίζοντας ταυτόχρονα να διαφοροποιήσει τη διάρκεια της χρονικής περιόδου παροχής της επιπλέον απόδοσης (WACC premium) ύψους 3,7% για το επενδυθέν στο έργο κεφάλαιο καθορίζοντας την για ρυθμιστική χρονική περίοδο 17 ετών, με ημερομηνία έναρξης παροχής επιπλέον απόδοσης την 1 Ιανουαρίου 2025.
Παράλληλα, η ΡΑΕΚ αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα υποβολής Ένστασης του ΑΔΜΗΕ κατά της υπ’ αριθμόν 215/2024 απόφασης της, ημερομηνία 2 Ιουλίου του 2024, “ως νόμω αβάσιμο”.
Στην τότε απόφαση της η ΡΑΕΚ είχε καθορίσει την διάρκεια εκάστης περιόδου Ρυθμιστικού Ελέγχου στα τέσσερα χρόνια, αρχής γενομένης από την έναρξη της εμπορικής λειτουργίας του έργου και, στη βάση των ενώπιον της Αρχής στοιχείων, δεν διαπίστωσε την αναγκαιότητα τροποποίησης της υπ’ αριθμόν 22/2023 Απόφασης της ΡΑΕΚ αναφορικά με τη Μεθοδολογία Αναπροσαρμογής των Επιτρεπόμενων Εσόδων και Διατιμήσεων των Ρυθμιζόμενων Δραστηριοτήτων Ιδιοκτησίας και Διαχείρισης Γραμμής Διασύνδεσης.
Ο Φορέας Υλοποίησης του έργου σε εισήγηση του προς την ΡΑΕΚ ζητούσε την τροποποίηση της Υπ΄ Αριθμόν 22/2023 απόφασης της ΡΑΕΚ αναφορικά με τη «μεθοδολογία υπολογισμού του ρυθμιζόμενου εσόδου – Eναρμόνιση των εθνικών μεθοδολογιών Ελλάδας και Κύπρου για τον υπολογισμό του Eπιτρεπόμενου και Aπαιτούμενου Eσόδου του Έργου ΕΚΕ 2.6.2 – EuroΑsia Interconnector».
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την απόφαση που έλαβε την Παρασκευή η ΡΑΕΚ και η οποία αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της, τα Μέλη της Ανώτερης Διοίκησης της ΡΑΕΚ αποφάσισαν να εγκρίνουν την ανάκτηση των πράγματι προκυψάσων επενδυτικών δαπανών για το Έργο Κοινού Ενδιαφέροντος 2.6.2, για τα έτη 2025 έως 2029, θέτοντας ως επιτρεπόμενο έσοδο προς ανάκτηση για την περίοδο 1 Ιανουαρίου 2025 έως την 31 Δεκεμβρίου του 2029 το ποσό των είκοσι πέντε εκατομμυρίων ευρώ (€25.000.000) ανά έτος, με συνολικό ανώτατο όριο επιτρεπόμενου εσόδου προς ανάκτηση για τα εν λόγω πέντε έτη τα εκατόν είκοσι πέντε εκατομμύρια ευρώ (€125.000.000). Το οποιοδήποτε υπόλοιπο ποσό προκύψει στη βάση του υπολογισμού του πραγματικού ετήσιου εγκεκριμένου πραγματικού εσόδου θα συνυπολογίζεται και θα ανακτηθεί μετά την έναρξη και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της γραμμής διασύνδεσης.
Σημειώνεται ότι «η ως άνω κατ’ έτος ανάκτηση δαπανών θα μπορεί να ολοκληρωθεί μόνο εφόσον έχει διατεθεί το σχετικό ετήσιο πόσο από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας για την οριζόντια μείωση των τιμολογίων των καταναλωτών ηλεκτρισμού στη βάση της εφαρμογής της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 17 Σεπτεμβρίου 2024».
Αναφέρεται ότι σε περίπτωση που δεν διατεθεί το ποσό από το Πάγιο Ταμείο της Κυπριακής Δημοκρατίας για οποιοδήποτε έτος της υπό αναφορά περιόδου κατασκευής του έργου, ο τελικός καταναλωτής ηλεκτρισμού δεν θα επωμιστεί οποιοδήποτε κόστος κατά την εν λόγω περίοδο.
«Σε περίπτωση που διατεθεί μερικώς το ποσό από το Πάγιο Ταμείο της Κυπριακής Δημοκρατίας για οποιοδήποτε έτος της υπό αναφορά περιόδου κατασκευής του έργου, το ποσό ανάκτησης από τους καταναλωτές θα ισούται με το διαθέσιμο ποσό από τη Κυπριακή Δημοκρατία έτσι ώστε να μην επωμισθεί οποιοδήποτε επιπρόσθετο κόστος ο τελικός καταναλωτής ηλεκτρισμού κατά την εν λόγω περίοδο», υπογραμμίζεται και σημειώνεται πως το πραγματικό επιτρεπόμενο έσοδο κατά τη διάρκεια της κατασκευής θα κατατίθεται από τον Φορέα Υλοποίησης ΑΔΜΗΕ A.E. στις δύο Ρυθμιστικές Αρχές και θα εγκρίνεται από κοινού.
Επίσης, τα Μέλη της Ανώτερης Διοίκησης της ΡΑΕΚ αποφάσισαν» να διαφοροποιήσουν τη διάρκεια της χρονικής περιόδου παροχής της επιπλέον απόδοσης (WACC premium) ύψους 3,7% για το επενδυθέν στο έργο κεφάλαιο το οποίο αποτελεί μέρος του WACC του Έργου Κοινού Ενδιαφέροντος `Euroasia Interconnector ΕΚΕ 3.10.2’ ως αυτή καθορίζεται στις Aποφάσεις της ΡΑΕΚ υπ’ αριθμό 303/2021 και 236/2022, ημερομηνίας 24 Σεπτεμβρίου 2021 και 19 Ιουλίου 2022 αντίστοιχα, καθορίζοντας την για ρυθμιστική χρονική περίοδο δεκαεπτά (17) ετών με ημερομηνία έναρξης παροχής επιπλέον απόδοσης την 1 Ιανουαρίου 2025».
Στην απόφαση της ΡΑΕΚ σημειώνεται ότι «η ετήσια διαφορά μεταξύ των εγκεκριμένων πράγματι προκυψάσων δαπανών και των είκοσι πέντε εκατομμυρίων ευρώ (€25.000.000) για την περίοδο 2025-2029 θα κεφαλαιοποιείται με WACC 8,3%. Τα πιο πάνω κεφαλαιοποιημένα έσοδα κατά τη διάρκεια της κατασκευαστικής περιόδου 2025-2029 θα αποτελέσουν μέρος της Ρυθμιζόμενης Βάσης Αξιών Παγίων (ΡΒΑΠ) και θα αποσβεστούν με τους κανόνες της ΡΒΑΠ κατά τη διάρκεια της εμπορικής λειτουργίας της γραμμής διασύνδεσης.
«Τα πιο πάνω κίνητρα παρέχονται και στο πλαίσιο των δηλώσεων και στη βάση των αναφορών και διαβεβαιώσεων του Φορέα Υλοποίησης ΑΔΜΗΕ Α.Ε. και της εταιρείας Nexans Norway AS ότι το συνολικό κόστος του έργου, που έχει καθορισθεί στα €1,939.200 εκ., δεν θα αυξηθεί πέραν του 5% με την ολοκλήρωση της μελέτης βυθογράφησης που διεξάγει η εταιρεία Nexans Norway AS παράλληλα με την κατασκευή του καλωδίου ούτε και με την ολοκλήρωση της τελικής προσφοράς από την ανάδοχο εταιρεία για την κατασκευή των σταθμών μετατροπής», υπογραμμίζει η ρυθμιστική αρχή.
Η ΡΑΕΚ αναφέρει ότι θα κοινοποιήσει την παρούσα απόφαση της στον Οργανισμό Συνεργασίας Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (Agency for the Cooperation of Energy Regulators- ACER) και στον Φορέα Υλοποίησης του Έργου, ΑΔΜΗΕ Α.Ε..
Στην απόφαση της ΡΑΕΚ αναφέρεται ότι ο Αντιπρόεδρος της Ανώτερης Διοίκησης της ΡΑΕΚ, ανέφερε ότι: «Ο Φορέας Υλοποίησης έχει την υποχρέωση να δεσμεύσει με συμβόλαια τους εργολάβους στους οποίους θα αναθέσει έργα και να παρουσιάσει την ολοκληρωμένη εικόνα του έργου. Στα συμβόλαια αυτά θα πρέπει να αναφέρεται, μεταξύ άλλων, το συνολικό κόστος του έργου. Στη περίπτωση αυτή εκκρεμούν (α) το Συμβόλαιο με τον εργολάβο ο οποίος θα αναλάβει την κατασκευή των υποσταθμών, διότι ο Φορέας Υλοποίησης και ο εργολάβος ακόμα διαπραγματεύονται και (β) ενώ υπάρχει συμφωνία με την εταιρεία που θα κατασκευάσει το καλώδιο εντούτοις η ίδια εταιρεία δεν έχει ολοκληρώσει τη γεωφυσική μελέτη βυθογράφησης η οποία θα καταδείξει την ακριβή πορεία του καλωδίου».
Προστίθεται ότι «αν και υπάρχουν διαβεβαιώσεις από τον Φορέα Υλοποίησης και την εταιρεία κατασκευής του καλωδίου ότι με την ολοκλήρωση των πιο πάνω εκκρεμοτήτων το συνολικό κόστος δεν θα αυξηθεί, εντούτοις στην απουσία τελικών συμβολαίων, θεωρώ ότι υπάρχει σοβαρή πιθανότητα το συνολικό κόστος του έργου να αυξηθεί σημαντικά με την ολοκλήρωση των πιο πάνω εκκρεμοτήτων».
Επίσης, αναφέρεται, «λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κίνητρα που προσφέρονται βασίζονται στις διαβεβαιώσεις του Φορέα Υλοποίησης ότι το κόστος δεν θα αυξηθεί, θεωρώ ότι τα κίνητρα και το συνολικό κόστος του έργου είναι συνδεδεμένα και ότι ο Φορέας Υλοποίησης θα πρέπει να αναλάβει ρητά την υποχρέωση να καλύψει οποιαδήποτε αύξηση στο κόστος που αφορά αυτές τις συμβάσεις».
Επιπλέον, αναφέρεται ότι ο Πρόεδρος και το Μέλος της Ανώτερης Διοίκησης της ΡΑΕΚ, υιοθετώντας τη θέση των εξωτερικών νομικών συμβούλων της ΡΑΕΚ, ανέφεραν ότι τυχόν πρόνοια για επιβολή όρου στην παροχή κινήτρων ώστε οποιαδήποτε αύξηση στο κόστος του έργου πέραν από τα €1,9 δις θα την επωμιστεί ο Φορέας Υλοποίησης, είναι γενική και αόριστη με τρόπο που δεν μπορεί να τεθεί στην παρούσα Απόφαση της ΡΑΕΚ και ότι το εν λόγω ζήτημα θα τυγχάνει ξεχωριστής εξέτασης κατά περίπτωση και/ή σε περίπτωση που προκύψει σχετικό αίτημα του Φορέα Υλοποίησης για διαφοροποίηση του κόστους, όπως προβλέπεται στη Συμφωνία Διασυνοριακού Επιμερισμού Κόστους του έργου «CBCA».
Επίσης, ο Πρόεδρος και το Μέλος αναφέρθηκαν και στη δέσμευση της Ανώτερης Διοίκησης της ΡΑΕΚ όπως αποτυπώνεται στο πρακτικό της σύσκεψης της 30ής Αυγούστου 2024 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, των Κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδας, των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας Κύπρου και Ελλάδας και του Φορέα Υλοποίησης, για τη χορήγηση εύλογων και αναλογικών κινήτρων προς το έργο.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο της απόφασης, τα Μέλη της Ανώτερης Διοίκησης της ΡΑΕΚ, αφού μελέτησαν ενδελεχώς όλα τα ενώπιον τους έγγραφα και στοιχεία, και επανεξετάζοντας την εισήγηση του Φορέα Υλοποίησης του έργου, ΑΔΜΗΕ Α.Ε., για παροχή του κανονιστικού κινήτρου αναφορικά με την αναγνώριση εύλογης απόδοσης και εσόδου και ανάκτησή του κατά την κατασκευαστική περίοδο του έργου, υπό το πρίσμα της επιστολής του Υπουργού Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας ημερομηνίας 17 Σεπτεμβρίου 2024 με την οποία κοινοποιήθηκε στη ΡΑΕΚ το αποτέλεσμα Απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 17 Σεπτεμβρίου 2024, εκτίμησαν ότι:
«Λαμβανομένης υπόψη της επιστολής του Υπουργού Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας ημερομηνίας 17 Σεπτεμβρίου 2024, με την οποία η ΡΑΕΚ ενημερώθηκε ότι το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε όπως, στην περίπτωση που η ΡΑΕΚ αποφασίσει την κάλυψη των εξόδων του Φορέα Υλοποίησης της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου-Κρήτης κατά την περίοδο κατασκευής του έργου (1/1/2025-31/12/2029), η Κυπριακή Δημοκρατία θα προχωρήσει με την επιδότηση της αύξησης που δυνατόν να επέλθει στους λογαριασμούς ηλεκτρισμού κατά την αντίστοιχη περίοδο, με ετήσιο ποσό €25 εκ. ανά έτος, αρχής γενομένης από 1/1/2025 και για περίοδο πέντε ετών, με μέγιστο συνολικό ποσό €125 εκ., μέσω οριζόντιας ανάλογης μείωσης στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας όλων των καταναλωτών, κρίνεται ότι, σε περίπτωση έγκρισης της ανάκτησης των πράγματι προκυψάσων επενδυτικών δαπανών για το Έργο Κοινού Ενδιαφέροντος 2.6.2, για τα έτη 2025 έως 2029, με ανώτατο όριο επιτρεπόμενου εσόδου προς ανάκτηση το ποσό των €25 εκ. ανά έτος και με συνολικό ανώτατο όριο επιτρεπόμενου εσόδου προς ανάκτηση για τα εν λόγω πέντε έτη τα €125 εκ., δεν θα υπάρξει οποιαδήποτε επιβάρυνση στους λογαριασμούς κατανάλωσης των Κύπριων καταναλωτών».
Επίσης, η ΡΑΕΚ σημειώνει ότι «από τις διαβεβαιώσεις τόσο του Φορέα Υλοποίησης ΑΔΜΗΕ A.E. όσο και της εταιρείας Nexans Norway AS για τη μη διαφοροποίηση του κόστους του έργου πέραν της πιθανής απόκλισης του ±5%, συνάγεται ότι ο Κύπριος καταναλωτής δεν θα επιβαρυνθεί περαιτέρω μεταγενέστερα».