Οσοι ρομαντικοί του ποδοσφαίρου στην Ελλάδα και πιστέψτε με είναι πάρα πολλοί, περίμεναν ότι το εφετινό καλοκαίρι κάτι θα αλλάξει στον μεταγραφικό σχεδιασμό τουλάχιστον των μεγάλων ομάδων και θα επιχειρούσαν να βάλουν ένα μικρό έστω φραγμό στον εν εξελίξει αφελληνισμό του ελληνικού πρωταθλήματος με την προσθήκη στο ρόστερ τους Ελλήνων παικτών, διαψεύδονται πανηγυρικά. Για ακόμη ένα μεταγραφικό παζάρι ακούς να ανακοινώνονται μόνο ξένοι ποδοσφαιριστές από τους συλλόγους της Σούπερ Λιγκ σε σημείο που τη νέα σεζόν είναι ζήτημα αν θα υπάρχουν ένας ή δύο Ελληνες παίκτες όχι στην ενδεκάδα, αλλά ακόμη και στην 20αδα που θα δηλώνουν οι ομάδες για τα επίσημα παιχνίδια τους. Τώρα όλα μπορεί να φαίνονται «ωραία και καλά» με τους φιλάθλους να πανηγυρίζουν για την έλευση του τάδε ή του δείνα ξένου παιχταρά που θα.. απογειώσει την ομάδα τους όμως σε βάθος χρόνου όλη αυτή η ιστορία με τις… καραβιές των ξένων ποδοσφαιριστών θα γυρίσει μπούμερανγκ για τις ίδιους τους συλλόγους και γενικότερα το ελληνικό ποδόσφαιρο. Και φυσικά δεν αναφέρομαι μόνο στο χιλιοειπωμένο κλισέ πως δεν θα υπάρχουν αξιόλογοι Ελληνες παίκτες για να στελεχώσουν το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας, φαινόμενο που ούτως ή άλλως ήδη παρατηρείται έντονα τα τελευταία χρόνια ειδικά σε ότι αφορά το μεσοεπιθετικό κομμάτι της Εθνικής, αλλά στο όλο και μεγαλύτερο έλλειμμα δεσίματος μεταξύ των οπαδών και της ίδιας τους της ομάδας.
Οταν οι ξένοι παίκτες αλλάζουν σαν τα… πουκάμισα και δεν προλαβαίνουν να γίνουν… ένα με την κερκίδα καθώς κάτι τέτοιο απαιτεί βάθος χρόνου κι αυτοί αποχωρούν μετά από μόλις ένα ή το πολύ δύο χρόνια συμβολαίου, όταν δεν υπάρχει κάποιος Ελληνας που θα αποτελέσει σημείο αναφοράς, τότε γίνεται εύκολα αντιληπτό γιατί αυτή η βιομηχανοποίηση του ποδοσφαίρου θα σβήσει χρόνο με το χρόνο το υπ’ αριθμόν ένα συστατικό του σαν άθλημα που είναι το συναίσθημα. Γηγενή ταλέντα υπάρχουν και μάλιστα πολλά στην Ελλάδα, αλλά όλες οι ομάδες ακόμη και οι μικρομεσαίες δεν έχουν τη διάθεση, αλλά και την υπομονή να δουλέψουν μαζί τους και να τα στηρίξουν σε βάθος χρόνου. Ολοι επιζητούν τα εύκολα αποτελέσματα, τις φθηνές και «σίγουρες» λύσεις και αδιαφορούν για τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις που θα φέρουν και καλύτερα αποτελέσματα. Είναι πραγματικά οξύμωρο από τη μια οι μεγάλες ομάδες να καμαρώνουν για κάποια από τα ταλέντα που έχουν στις Ακαδημίες τους και στα οποία δίνουν κάποιες ελάχιστες ευκαιρίες να αγωνιστούν σε αδιάφορα φιλικά παιχνίδια, διατυμπανίζοντας ταυτόχρονα ότι οι συγκεκριμένοι παίκτες παραχωρούνται έναντι υψηλότατου τιμήματος σε ομάδες του εξωτερικού κι όταν έρθει η ώρα των επίσημων αγώνων οι ίδιοι παίκτες να «εξαφανίζονται».
Την ίδια στιγμή στο σύγχρονο ελληνικό ποδόσφαιρο, αυτό τουλάχιστον των δυο τελευταίων δεκαετιών έχει γίνει ταμπού η μετακίνηση μεταξύ μεγάλων και δημοφιλών ομάδων πρωτοκλασάτων Ελλήνων ποδοσφαιριστών. Πρακτική που αποτελεί σύνηθες φαινόμενο στα προηγμένα Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, όπως το αγγλικό, το ιταλικό, το γερμανικό ακόμη και το ισπανικό, στα μέρη μας έχει γίνει κάτι το… απαγορευμένο που δεν πρέπει να αναφέρεται από κανένα ούτε καν σαν σκέψη. Αν υπήρχαν άλλα μυαλά, αρκετοί αξιόλογοι Ελληνες παίκτες θα έμειναν στην εγχώρια Λίγκα και δεν θα ξενιτεύονταν ενώ το ενδιαφέρον του πρωταθλήματος θα… εκτοξευόταν στα ύψη. Με αυτή τη νοοτροπία όμως το ελληνικό πρωτάθλημα διολισθαίνει αργά μεν αλλά σταθερά σε μια υποβάθμιση σε όλα τα επίπεδα, τα αποτελέσματα της οποίας θα γίνουν ορατά τα επόμενα χρόνια. Οταν οι Ελληνες ποδοσφαιριστές θα αναζητούνται με το… κιάλι από τους μεγάλους ελληνικούς συλλόγους και δεν θα βρίσκονται και οι φίλαθλοι θα αγοράζουν τις φανέλες των αγαπημένων τους ομάδων αδιαφορώντας αν σε αυτές θα είναι τυπωμένο ή όχι το όνομα κάποιου ποδοσφαιριστή.