x
 

ΑΠΟΨΕΙΣ

Τα φαντάσματα των συνόρων

18 Νοεμβρίου 2023
Δρ Σταύρος Οικονομίδης*

Θα ’λεγε κανείς ότι κάποιοι τόποι του κόσμου έχουν δημιουργηθεί από τη φύση τους για να είναι σύνορα αλλά ταυτόχρονα και πόροι, δηλαδή, είσοδοι και διάδρομοι διέλευσης. Αυτή η αμφίσημη διάσταση οφείλεται στο είδος της γεωμορφολογίας, ωστόσο, και στις εκάστοτε συνθήκες οι οποίες μπορεί να ενεργοποιούν κατά βούληση είτε τον συνοριακό χαρακτήρα του τόπου, σφραγίζοντάς τον ένθεν και ένθεν, είτε ενεργοποιώντας αμφίδρομη προσβασιμότητα και επομένως καθιστώντας τον τόπο περισσότερο άνοιγμα, πόρο, διέλευση, διάδρομο, παρά όριο, τείχος, ναρκοπέδιο ή συρματόπλεγμα. Πέρα από τις εσχατιές του βορειοδυτικού ελλαδικού χώρου υπάρχει ένας τέτοιος τόπος, «φτιαγμένος γάντι» για να είναι και τα δυο: σύνορο και πόρος. Αναφερόμαστε στην περιοχή που ορίζεται από δυο αλληλοσυνδεόμενα μορφο-γεωγραφικά συστήματα, δηλαδή, στην πεδιάδα της Κορυτσάς, της αρχαίας Σελασφόρου, και στην περιοχή μεταξύ των λιμνών της Αχρίδας, της Μεγάλης και της Μικρής Πρέσπας.

Πριν 3000 χρόνια αυτό που σήμερα είναι η νοτιοανατολική Αλβανία αποτελούσε το άκρο διαφόρων επικρατειών μικρών βασιλείων. Εκεί συναντιούνταν η Δασσαρήτιδα, η Ταυλαντία και η Μακεδονία, ενώ άλλοτε αυτές οι επικράτειες εναλλάσσονταν στον έλεγχο των Μολοσσών, των Δαρδάνων, των Χαόνων, των Ταλαυντίων, των Ιλλυριών και των Μακεδόνων. Σύμφωνα με το μυθολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται η ευρύτερη περιοχή, οι απόγονοι του Κάδμου και της Αρμονίας δημιούργησαν τη δυναστεία των Εγχελέων που βασίλευσαν έχοντας ως επίκεντρο της επικράτειάς τους τη λίμνη της Αχρίδας, την Λυχνιδό. Αργότερα, η ιστορική παράδοση υποστηρίζει ότι υπήρξαν γάμοι μεταξύ των Εγχελέων και των Ιλλυριών Περεσαδύων και με αυτή την ανάμειξη επετεύχθη η κραταίωση πανίσχυρων τοπικών δυνάμεων με περαιτέρω επιγαμίες. Η εκμετάλλευση των τοπικών μεταλλείων αργύρου, σιδήρου και κασσίτερου οδήγησε σε εμπορική επιβολή σε μεγάλο τμήμα της Χερσονήσου του Αίμου όπου τα πολύτιμα μεταλλουργικά κράματα παρήγαγαν τους ποιοτικότερους πολεμικούς εξοπλισμούς σε ξίφη, κράνη, περικνημίδες και ασπίδες των Βαλκανίων στην πρώτη χιλιετία π.Χ. και αποτέλεσαν πηγή πλουτισμού και εμπορικών δράσεων μεγάλης γεωγραφικής εμβέλειας, στο πλαίσιο ενός ποικιλόμορφου εθνοτικού παζλ. Οπου ο πόλεμος εμπόδιζε τις επαφές το εμπόριο τις διευκόλυνε.

Η περιοχή χαρακτηρίζεται από συγκροτήματα ορεινών όγκων και κλειστών οροπεδίων, στενών διαδρόμων και λιμναίων σχηματισμών. Υπεύθυνος για τη δημιουργία των κλεισούρων είναι ο Εορδαϊκός ποταμός, γνωστός στα βυζαντινά και νεότερα χρόνια ως Δεάβολης ή Devol, ο οποίος εκβάλει στην Αδριατική θάλασσα και διασχίζει όλη τη νότια Αλβανία δημιουργώντας παρακλάδια, παραποτάμους και χειμάρρους, ενώ στο βορειοδυτικό οροπέδιο της Κορυτσάς ένα τμήμα του λίμναζε επί χιλιετίες στο Μαλίκ, πριν την αποστράγγιση της ομώνυμης λίμνης μεταπολεμικά. Δύο είναι τα ορεινά περάσματα που βρίσκονται πλησιέστερα στον ελλαδικό χώρο και αυτά είναι στα βορειοανατολικά εκείνο του όρους Ιβάν και στα νότια το πέρασμα που οι Βυζαντινοί αποκαλούσαν Πέρασμα των Τσαγκών, το οποίο καταλήγει στο σημερινό σύνορο Ελλάδας – Αλβανίας της Κρυσταλλοπηγής.

Ολο αυτό το γεωγραφικό κομμάτι ορίζεται από τα βουνά Ιβάν, Μοράβα, Τόμορ, Καντάβια, Μογλίτσα και Γκράμποβε – Ι – Κριστέρεβε με έναν επίσης στενό διάδρομο στο ύψος του Πόγκραντετς και της λίμνης Αχρίδας. Οταν στο βασίλειο των Μακεδόνων ανέβηκε ο Αλέξανδρος ο Γ’ ο Μέγας, γιος του Φιλίππου του Β’ και εγγονός του Αμύντα, η περιοχή είναι «γκρίζα ζώνη» μεταξύ τοπικών φυλετικών κρατιδίων και της Μακεδονίας. Εκεί κρίνονται τα σύνορα και οι ενδιάμεσες επικράτειες Μακεδόνων και Ιλλυριών, ενώ οι τοπικές φυλές συντάσσονται κυρίως με την πλευρά των Ιλλυριών. Με αυτές τις δυσμενείς συνθήκες ο Αλέξανδρος, λίγο πριν ξεκινήσει την μεγάλη εκστρατεία του στην Ασία, θέλησε να εξασφαλίσει κυριαρχία στα νώτα του, στα σύνορα Μακεδονίας – Ιλλυρίας.

Στα 335 π. Χ. οι Κλείτος και Γλαυκίας, ο πρώτος, βασιλιάς των Δαρδάνων και ο δεύτερος ηγεμόνας των Ταυλαντίων, συμπράττουν για να υπερισχύσουν στην αμφισβητούμενη από όλους εκείνη περιοχή που χιλιετίες μετά θα γινόταν το σκηνικό πολέμου το 1940, δηλαδή στην πεδιάδα της Κορυτσάς και της Πολόσκε. Ο μεν Κλείτος είχε καταλάβει την ορεινή πόλη Πέλιον η οποία θα πρέπει να τοποθετηθεί κοντά στη βόρεια διέξοδο των στενών των Τσαγκών, ο δε Γλαυκίας, αφού ο Αλέξανδρος άρχισε να πολιορκεί το Πέλιον, κατέλαβε τα γύρω χαμηλά υψώματα. Ο Αλέξανδρος είχε καταφτάσει με τις βαριά οπλισμένες φάλαγγές του και το ιππικό του διασχίζοντας τα στενά του Ιβάν, ερχόμενος από τη Μακεδονία από το πέρασμα μεταξύ της Αχρίδας και της βόρειας ακτογραμμής της Μεγάλης Πρέσπας πριν πέσει στην ενέδρα ανάμεσα σε αυτά τα γειτονικά έθνη που εάν δεν δαμάζονταν θα πετύχαιναν την αναβολή ή την παταγώδη καταστροφή της εκστρατείας στην Ασία.

Το μακεδονικό ιππικό δεν μπορούσε να έχει πρόσβαση σε νερό επειδή οι Ταυλάντιοι από τους λόφους κατάφερναν να το κρατούν μακριά. Μέσα στην καταρρακτώδη βροχή οι βαριές φάλαγγες του Αλέξανδρου βούλιαζαν στις λάσπες των παρυφών του βάλτου της λίμνης της Μαλίκης όταν ο Μακεδόνας βασιλιάς αποσύρθηκε και κινήθηκε στα νοτιοανατολικά της πεδιάδας της Κορυτσάς. Οι φοβερές συγκρούσεις πρέπει να έγιναν κοντά στη σημερινή Κορυτσά, σε ξηρό έδαφος και αρκετά μακριά από τους λόφους και τις χαμηλές παρυφές του Μοράβα, εκεί που ιππικό και φάλαγγες μπορούσαν να αναπτυχθούν σε οργανωμένη στρατιωτική διάταξη. Φαίνεται ότι η τελική κυκλωτική κίνηση του Αλέξανδρου στην καρδιά του κάμπου και η καθοριστική στρατηγική του τακτική ανάγκασε τους εχθρούς των Μακεδόνων να εγκαταλείψουν την πεδιάδα μαζί με τα υπολείμματα των στρατευμάτων τους και έτσι τα νώτα καλύφθηκαν και ξεκίνησε απρόσκοπτα η εκστρατεία στην Ασία. Οι αποσχιστικές τάσεις των δυνατών ηγεμονίσκων της περιοχής των μεγαλύτερων λιμνών των Βαλκανίων συνεχίστηκαν, εντούτοις, ακόμα και μέχρι τη ρωμαϊκή κατάκτηση της ευρύτερης Μακεδονίας οπότε η Ρώμη διέσπασε τη Μακεδονία δημιουργώντας την Τέταρτη Τετραρχία διαμελίζοντας σε μωσαϊκό τις ισχυρότερες τοπικές επικράτειες με δεσμεύσεις για απόδοση γαιών μέσα και γύρω από τα πολύπλοκα διαμορφωμένο σύστημα λιμνών –πεδιάδων- ορεινών συγκροτημάτων που αποτελούν το φυσικό ανάγλυφο της σημερινής νοτιοανατολικής Αλβανίας.

Αιώνες αργότερα τα ίδια περάσματα των Τσαγκών και του Ιβάν που ενώνουν και χωρίζουν τις πεδιάδες της Μακεδονίας από τα ανώτερα Βαλκάνια, διασχίστηκαν από κάθε είδους στρατούς: από τους Ούννους, τους Γότθους, τους Αβαροσλάβους, τους Πατσινάκες, τους Βουλγάρους, από κάθε τουρκογενές φύλο, από τους Σέρβους, τους Νορμανδούς, τους Φράγκους ιππότες της Πρώτης Σταυροφορίας, τους Αλβανούς και τους Οθωμανούς: τόπος και τρόπος διέλευσης, κλειστό σύνορο και ελεγχόμενα ανοιχτός πόρος από τους Βυζαντινούς για χίλια χρόνια. Μέσα από αυτό το πέρασμα κινούνταν οι βυζαντινές στρατιές νότια της Αχρίδας, διατηρώντας την Εγνατία στα βόρεια ενεργή και δικλείδα διελεύσεως προς τα λιμάνια της Αδριατικής και τα βαθύτερα ενδότερα της σημερινής κεντρικής Αλβανίας. Στρατός και έμποροι, οικονομία και επικράτηση συνδέθηκαν μοιραία με αυτή τη γραμμή μιας μεθορίου που άνοιγε και έκλεινε ανά διαστήματα αναλόγως των συγκυριών που προέκυπταν με κάθε είδους εισβολέα ή αντίπαλο.

Η μεγάλη κάθοδος Αβάρων και Σλάβων στην Ελλάδα και στην Πελοπόννησο έγινε μέσα από τους Τσαγκούς και τον Ιβάν, από εδώ άλλωστε ξεχύθηκαν και οι Γότθοι νωρίτερα και επίσης από εδώ μετακινήθηκαν προς την ιταλική χερσόνησο με στόχο τα Μεδιόλανα, τη Ραβέννα και την ίδια τη Ρώμη. Το Βυζάντιο αποφάσισε την εγκατάσταση Γότθων βετεράνων και την απόδοση σε εκείνους γαιών για να την καλλιεργήσουν και να τους καταστήσει οριοφύλακες τροφοδοτώντας την ύπαιθρο με πληθυσμό που αντικατέστησε τους πληθυσμούς που χάθηκαν ή μετακινήθηκαν λόγω των προηγούμενων αλλεπάλληλων εισβολών και καταστροφών στην περιοχή. Ο Ιουστινιανός επισκεύασε τα αρχαία φρούρια και έχτισε νέο μακρό τείχος στις παρυφές του όρους Ιβάν ακολουθώντας την πορεία του φρυδιού του Ξηροβουνίου έως κάτω στην πεδιάδα της Σελασφόρου. Οχυρώθηκαν τα μικρά νησιά της Μεγάλης Πρέσπας, Αγιος Πέτρος και Αγιος Παύλος, όπως και το ορεινό πέρασμα που οδηγούσε στο Πισοδέρι και στη Φλώρινα, αφήνοντας τοπωνύμια που σώθηκαν μέσα στον χρόνο, τις «Βίγλες». Στην ανατολική παρυφή της περιοχής ο Σαμουήλ έφτιαξε τα δικά του κάστρα και ίδρυσε την πρωτεύουσα του δικού του βασιλείου, ενώ αμέτρητες φορές πάρθηκε και χάθηκε πάλι από τους Βυζαντινούς και από τον Δουσάν τον Σέρβο.

Οι γενναίοι άντρες του Γκέργκι Σκάντερμπεγκ – Γεώργιου Καστριώτη, ενός θρυλικού Ελληνοσκιπετάρου πρίγκηπα, συγκράτησαν στο ίδιο μέρος για μια σχεδόν γενιά τις χιλιάδες των Οθωμανών που πάσχισαν να κατακτήσουν τα Βαλκάνια για να βγουν στην Αδριατική θάλασσα από ξηράς. Ενα κράμα λαών πολέμησε στο πλευρό του: Ελληνες, Βλάχοι, Σκιπετάροι, που είχαν ανδρωθεί στον ανταρτοπόλεμο πέτυχαν την αναβολή της ολοκληρωτικής κατάκτησης των Βαλκανίων από τους Οθωμανούς όταν πλέον το Βυζάντιο είχε καταρρεύσει και παρέλθει από δεκαετίες. Σε αυτά τα περάσματα έζησαν οι τελευταίοι Απελάτες, οι Πανδούροι και οι Κλεφταρματωλοί της Μακεδονίας ενώ μέσα από τούτα τα ίδια σύνορα θράφηκε σε όλη την Τουρκοκρατία το εμπόριο με την ανατολική Ευρώπη, αναγεννώντας για μια ακόμα φορά την οικονομία των μακεδονικών πόλεων και δημιουργώντας έτσι εύρωστη αστική τάξη που προώθησε τα γράμματα και τον ελληνικό διαφωτισμό από άκρη σε άκρη μεταξύ της Μοσχόπολης, της Καστοριάς, της Νάουσας, της Εδεσσας, της Βέροιας και της Κοζάνης.

Ενα τέτοιο φυσικό σύνορο – πέρασμα έγινε πεδίο στρατιωτικών συγκρούσεων αλλεπάλληλες φορές στην καταγεγραμμένη Ιστορία, όχι μόνο κατά τη διάρκεια του Επους του ’40, ως alter ego των Θερμοπυλών, των στενών των Τεμπών ή του περάσματος του Μακρυπλαγίου στην κεντρική Πελοπόννησο, αλλά στους πολλούς στις μέρες μας έχουν όλα τα παραπάνω διαχρονικά Επη χαθεί και ξεχαστεί. Ερείπια αρχαίων φυλακείων, πύργων, τειχών και οχυρωματικών έργων συνθέτουν το υλικό ίχνος ενός αξιοπρόσεκτου κολάζ πολεμικών αναμετρήσεων. Από τις φρυκτωρίες της εποχής του Μακεδόνα Καράνου, έως τα αμπρί και τα πολυβολεία Ιταλών και Ελλήνων, αλλά μέχρι και τις προκεχωρημένες θέσεις του φαντασιακού στρατού του Εμβέρ Χότζα, από την αρχαία Δασσαρήτιδα έως το σημερινό Τριεθνές των Πρεσπών, βρίσκουμε μετά τις δυνατές βροχές ανθρώπινα οστά στις πεδιάδες που ανοίγονται ανάμεσα στο Ξηροβούνι και στο Βίτσι, στον Μοράβα και στη Μογλίτσα. Είναι τα οστά στρατών πολλών αιώνων, μπερδεμένα μεταξύ τους και ανακατεμένα από την πάροδο του απρόσωπου Χρόνου. Είναι οστά Βουλγάρων και Βυζαντινών στρατιωτών της εποχής του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου, απομεινάρια των στρατευμάτων του Αλέξιου Κομνηνού, του Στέφανου Δουσάν, των Οθωμανών και των πολεμιστών του Σκάντερμπεγκ που χτυπήθηκαν αλύπητα στο ίδιο ακριβώς σημείο για την κυριαρχία στη θέση – κλειδί που ορίζει σύνορα από τη γέννησή του.

Εδώ ένας αρχαιολόγος μπορεί κάλλιστα να χαρακτηρίσει τον τόπο ως: «οστεογραφικό σύστημα στρωμάτων» με μέσα του αλλεπάλληλες στρώσεις οστών διαφορετικών αιώνων και χιλιετιών. Εδώ συνδυάζεται η ανακάλυψη ελληνικής παλάσκας του 1940 με γοτθική αγκράφα, τουρκικό δόρυ με σέρβικο αναβολέα, νεολιθικό εργαλείο και μεσαιωνικό άροτρο. Αποτελεί «Πανόραμα του πολεμικού θανάτου» η συνύπαρξη ευρημάτων στη νησίδα του Μάλιγκραντ που στοιχειοθετούν ένα οπλοστάσιο λίθινων αιχμών βελών του 2000 π.Χ. και αβαροσλαβικών δοράτων του 6ου αιώνα μ.Χ. ενώ στα ενδιάμεσα, τα ανθρώπινα οστά συμπληρώνουν αυτή την ανυποψίαστη διαιώνιση συρράξεων που δεν σταμάτησε ποτέ εκτός από τις περιορισμένες περιόδους συμπεφωνημένης ειρήνης, κατά τις οποίες τα αρχαιολογικά ευρήματα αποτελούνται από εμπορικά αγαθά όπως την άφθονη κορινθιακή κεραμεική, τα βυζαντινά είδη κοσμητικής, τον πυριτόλιθο από την Πίνδο και την ώχρα από την Κρυσταλλοπηγή και το Πόγκραντετς. Πρόκειται για μια αισθητική ύπαρξης και συνύπαρξης, έχθρας και συμφιλίωσης και δεν μπορούμε να συγκρατηθούμε από το να την εντάξουμε στη ζώσα ιστορία και προϊστορία αυτής της αιωνίως μεθοριακής γραμμής που με ιστορικούς όρους τοποθετούμε στο ακρότατο όριο της αρχαίας μακεδονικής επικρατείας.

Τα φαντάσματα των συνόρων είναι οι σκιές των στρατών που αναμετρήθηκαν, των κατοίκων που κατοίκησαν, των εμπόρων που διέσχισαν, των καραβανιών που διαμετακόμισαν και των εναλλαγών των πληθυσμών που ξεριζώθηκαν ή που κατόρθωσαν να παραμείνουν στις εστίες τους σε μεγάλο βάθος χρόνου σε πείσμα των συρράξεων και των πολέμων. Οχυρά αντικρυστά μεταξύ τους έλεγχαν το πέρασμα των Τσαγκών, σημερινά φυλάκια του ελληνικού στρατού, δογάνες αλβανικές και ελληνικές και σύρματα αλλά και λεωφόροι που επιτρέπουν τη διέλευση εργαζόμενων, εμπορικών φορτηγών και Ι.Χ. είναι η σημερινή εικόνα. Πρόσφατα κατασκευάστηκε ο νέος δρόμος που οδηγεί στην Αλβανία μέσω της Κρυσταλλοπηγής και μόλις που φαίνονται πλέον τα ίχνη του παλαιού οδικού συστήματος στα δεξιά του σύγχρονου κράσπεδου. Σε βαθύτερο επίπεδο και πλέον σχεδόν ολοκληρωτικά καλυμμένος από λάσπη και χώματα εκείνος ο δρόμος της Κρυσταλλοπηγής, με όρια στα αριστερά τα πρανή του Μοράβα και στα δεξιά της υπώρειες του μυτερού Ιβάν, υπήρξε το φονικότερο όριο της αναμέτρησης μεταξύ Ιταλών και Ελλήνων το φθινόπωρο του 1940. Η κλεισούρα αυτή η τόσο στενή, η αρχαία, με φανερά τα ίχνη των αρχαίων μεταλλείων σιδήρου και στις δυο της πλευρές συμβολίζει τη συνύπαρξη ιστορικών πολεμικών γεγονότων και ταυτόχρονα των δημιουργημάτων της ειρήνης.

* Δρ Σταύρος Οικονομίδης, Adjunct Professor of Greek Archaeology, Arcadia University, Glenside, USA. Διευθυντής της Ελληνο – Αλβανικής Αρχαιολογικής Αποστολής στο Τριεθνές των Πρεσπών, Demos Fellow, Associate Researcher of the Gennadeion – The Travel Trails Project, Athens, Greece

[email protected]

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Κάθε κυβέρνηση μόλις πάει να αναδιαρθρώσει το φορολογικό έρχεται αντιμέτωπη με ένα μεγάλο κομμάτι επαγγελματιών που θεωρητικά στηρίζει την Οικονομία.

Σχόλια

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΠΙΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ

Αντίλογος

Παρενέβη, διαβάζω, ο υπουργός Υγείας, Θάνος Πλεύρης, για να τεθεί σε διαθεσιμότητα ο δημόσιος υπάλληλος που συνελήφθη για εμπλοκή του στην υπόθεση της 12χρονης στα Σεπόλια.

Εκδηλώσεις

ΜΠΡΟΥΚΛΙΝ. Μέσα σε ιδιαίτερα συγκινητικό κλίμα πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 18 Ιουνίου η τελετή αποφοίτησης της 8ης τάξης του Ημερήσιου Ελληνικού Σχολείου “Αργύριος Φάντης” στον Καθεδρικό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Μπρούκλιν.

Πολιτισμός

Η πρωτοεμφανιζόμενη συγγραφέας Μαρίνα Πλούμπη, μας χάρισε φέτος ένα παιδικό βιβλίο ξεχωριστό και μοναδικό για τα ελληνικά δεδομένα.

ΒΙΝΤΕΟ