Λίγο μετά το τέλος της προχθεσινής, δεύτερης, τηλεμαχίας μεταξύ των Ρεπουμπλικανών υποψηφίων, o Σον Χάνιτι, του «Fox News», ρώτησε τον κυβερνήτη της Φλόριδας, Ρον ντε Σάντις, ποιες είναι οι εντυπώσεις του.
«Αν ήμουν τηλεθεατής», απάντησε, «θα άλλαζα κανάλι».
Η απάντηση αυτή απεικονίζει σωστά την πραγματικότητα. Δεν δημιούργησαν ενδιαφέρον οι 7 υποψήφιοι που συμπλήρωσαν τις προϋποθέσεις για να λάβουν μέρος στην τηλεμαχία. Δεν έπεισαν. Δεν ξεχώρισε κανείς από τους άλλους τόσο που να απειλήσει τον Ντόναλντ Τραμπ για την προεδρία του κόμματός τους ή τον Τζο Μπάιντεν για την προεδρία της χώρας.
Η είδηση ήταν ο μεγάλος απών από την σκηνή. Ενας απών υποψήφιος που επισκιάζει τα πάντα. Ηταν η σκιά του Ντόναλντ Τραμπ που αιωρείτο.
Ο Τραμπ για μια ακόμα φορά αρνήθηκε να συμμετάσχει σε τηλεοπτικό διάλογο με τους αντιπάλους του. Και όχι μόνο αυτό, αλλά μίλησε την ίδια ώρα σε συγκέντρωση εργαζομένων, μη μέλη συντεχνίας.
Για τον ίδιο τον Τραμπ, από πολιτικής σκοπιάς ήταν η σωστή απόφαση. Το μήνυμα που μεταδίδει είναι ότι δεν έχει αντιπάλους. Οτι αυτός ανήκει σε μια ξεχωριστή κατηγορία. Οτι είναι πάνω και πέρα από αυτούς. Οτι είναι ήδη ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών για την προεδρία. Αρα, τι νόημα έχουν οι τηλεμαχίες;
Το μήνυμα αυτό βρίσκει ανταπόκριση. Οντως χωρίς αυτόν, δεν μετράνε οι άλλοι υποψήφιοι. Οντως χωρίς αυτόν η τηλεμαχία ήταν βαρετή. Αν όμως συμμετείχε ο Τραμπ, η μισή Αμερική θα παρακολουθούσε.
Η απόφαση αυτή ήταν όμως η λάθος για την χώρα. Δείχνει έλλειψη εκτίμησης, σεβασμού στους Ρεπουμπλικανούς ψηφοφόρους.
Δείχνει έλλειψη προσήλωσης στη Δημοκρατία.
Στερεί από τους ψηφοφόρους την ευκαιρία να τον συγκρίνουν με τους αντιπάλους του.
Οι τηλεμαχίες αποτελούν ένα μέσο που χρησιμοποιείται για να αξιολογήσει ο ψηφοφόρος τους υποψήφιους. Για να επιλέξει τον επόμενο ηγέτη της χώρας.
Αν ο Τραμπ δεν έχει λόγο να φοβηθεί την σύγκριση με τους αντιπάλους του, όπως διατείνεται, τότε γιατί δεν συμμετέχει;
’Η μήπως φοβάται;