Το 2023 αποτέλεσε έτος ρεκόρ για τον ελληνικό τουρισμό καθώς τόσο οι ταξιδιωτικές εισπράξεις, όσο και οι ταξιδιωτικές αφίξεις κατέγραψαν πολύ υψηλές επιδόσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος και ανάλυση της Alpha Bank, οι εισπράξεις ανήλθαν σε 20,5 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 15,7% σε σχέση με το 2022 (ευρώ 17,7 δισ.) και κατά 12,5% σε σχέση με το 2019 (ευρώ 18,2 δισ.), το οποίο αποτελούσε μέχρι πρόσφατα έτος αναφορά για τον ελληνικό τουρισμό. Παράλληλα, οι τουριστικές αφίξεις ανήλθαν σε 32,7 εκατ. επισκέπτες, καταγράφοντας ετήσια αύξηση κατά 17,6% σε σύγκριση με τους 27,8 εκατ. τουρίστες που επισκέφτηκαν τη χώρα το 2022 και κατά 4,4% σε σύγκριση με τους 31,3 εκατ. τουρίστες του 2019.
Αξίζει να αναφερθεί, ότι οι τουριστικές εισπράξεις κάλυψαν κατά 63% το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών, έναντι 45% το 2022, το οποίο ήταν συνδυαστικό αποτέλεσμα των αυξημένων ταξιδιωτικών εισπράξεων και της μείωσης του εμπορικού ελλείμματος κατά 18% . Σημαντική αύξηση κατέγραψαν, το 2023, οι αφίξεις (7,8%) και οι εισπράξεις (9,1%) σε τέσσερις από τις κυριότερες χώρες προέλευσης, ήτοι τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία και τις ΗΠΑ, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 38,5% των συνολικών αφίξεων και το 47% των συνολικών εισπράξεων, αντίστοιχα. Οσον αφορά στις διεθνείς ταξιδιωτικές αφίξεις, οι περισσότερες προήλθαν από τη Γερμανία (4,8 εκατ., +9,5%) και ακολούθησε το Ηνωμένο Βασίλειο (4,6 εκατ., +2,4%), ενώ σημαντικός ήταν και ο αριθμός των επισκεπτών από την Γαλλία (1,8 εκατ., +4,2%) και τις ΗΠΑ (1,4 εκατ., +29,2%). Συνολικά οι αφίξεις από τις χώρες της ΕΕ-27 αυξήθηκαν κατά 15,6% το 2023, ενώ από χώρες εκτός της ΕΕ-27 κατά 20,8%.
Αντίστοιχα σε όρους εισπράξεων, οι περισσότερες προήλθαν από την Γερμανία (ευρώ 3,6 δισ., +9,5%), το Ηνωμένο Βασίλειο (3,3 δισ., +5,8%), τη Γαλλία (1,4 δισ., +11,6%) και τις ΗΠΑ (1,4 δισ., +14%), με τις εισπράξεις από τις χώρες της ΕΕ-27 να αυξάνονται κατά 11,5% το 2023, ενώ από χώρες εκτός της ΕΕ-27 κατά 18,5%.
Επίσης, αξίζει να επισημανθεί η αυξανόμενη συμβολή της οικονομίας διαμοιρασμού στα θετικά αποτελέσματα του τουρισμού τόσο το 2023, όσο και τα προηγούμενα χρόνια. Οι διανυκτερεύσεις ξένων υπηκόων στα καταλύματα που διατίθενται σε διαδικτυακές πλατφόρμες μέσω της οικονομίας διαμοιρασμού, εμφανίζουν έντονα αυξητική τάση από το 2018, με εξαίρεση την περίοδο της πανδημίας (2020-2021). Στο πρώτο εννεάμηνο του 2023, μάλιστα, οι διανυκτερεύσεις στα εν λόγω καταλύματα υπερέβησαν το σύνολο των διανυκτερεύσεων του 2022, αλλά και του 2019.
Σύμφωνα με έρευνα της Εθνικής Τράπεζας η εξαιρετική αυτή επίδοση έλαβε χώρα σε μια χρονιά με αντίξοες συνθήκες, οι οποίες στοίχισαν στον ελληνικό τουρισμό εισπράξεις της τάξης του €1,2 δισ.:
- Πρώτον, οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης (τον Αύγουστο οι φυσικές καταστροφές (πυρκαγιές) και οι ακραίες καιρικές συνθήκες λόγω κλιματικής αλλαγής και τον Σεπτέμβριο οι πλημμύρες), στοίχισαν 0,5 εκ. αφίξεις που αντιστοιχούν σε €0,3 δισ. εισπράξεις.
- Δεύτερον, η ακρίβεια περιόρισε τον προϋπολογισμό των τουριστών, οδηγώντας σε συρρίκνωση την πραγματική δαπάνη ανά άφιξη (-5% έναντι 2019) – και έτσι η σχετικά περιορισμένη πραγματική κατανάλωση των τουριστών στοίχισε επιπλέον €0,9 δισ. εισπράξεων (υπό τη συντηρητική υπόθεση ότι η φετινή πραγματική δαπάνη ανά τουρίστα θα μπορούσε να είναι στα επίπεδα 2019).
Οι προοπτικές του ελληνικού τουρισμού για το 2024 παρουσιάζονται θετικές παρά τις δυσκολίες στην ζήτηση από το εξωτερικό, εξαιτίας του υψηλού πληθωρισμού στα ευρωπαϊκά κράτη και τις γεωπολιτικές εντάσεις.
Οι προοπτικές αυτές αποτυπώνονται στις αισιόδοξες επιχειρηματικές προσδοκίες του κλάδου, στην ετήσια άνοδο των κρατήσεων αεροπορικών εισιτηρίων, αλλά και στις συμφωνίες που έχουν ήδη συνάψει οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. Η ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τουριστικού κλάδου, ωστόσο, στο μεσοπρόθεσμο, αλλά και στο μακροπρόθεσμο ορίζοντα συνδέεται με την υλοποίηση έργων υποδομών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, την επέκταση της τουριστικής περιόδου, την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, τις πράσινες επενδύσεις, τη βελτίωση της προσβασιμότητας, αλλά και την επανακατάρτιση και αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων του κλάδου.
Ειδικά για το θέμα των ελλείψεων προσωπικού, το οποίο αποτελεί μια σημαντική πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει ο τουριστικός κλάδος, προκειμένου να μην υποβαθμιστεί η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, πρέπει να ληφθεί ειδική μέριμνα. Παρόλο που το 2023 καταγράφηκε αύξηση της απασχόλησης, οι ελλείψεις υπερέβησαν τις 53,2 χιλιάδες, οι οποίες αντιστοιχούν στο 20% των θέσεων εργασίας που προβλέπονται από το οργανόγραμμα των ξενοδοχείων, σύμφωνα με μελέτη της Εθνικής Τράπεζας.
Οι ελλείψεις αφορούν τόσο σε εξειδικευμένο, όσο και σε μη εξειδικευμένο προσωπικό. Για το λόγο αυτό αναφέρουμε τη σημαντικότητα της επανακατάρτισης και αναβάθμισης των δεξιοτήτων των εργαζομένων του κλάδου, αλλά και την εισροή του κατάλληλου εργατικού δυναμικού από χώρες του εξωτερικού, ώστε να καλυφθούν τα κενά.
Οσον αφορά στο 2024, τα σύννεφα της γεωπολιτικής αβεβαιότητας, της κλιματικής κρίσης και της ακρίβειας παραμένουν. Ωστόσο, σημειώνουμε δύο θετικές παραμέτρους:
- Πρώτον, τα σημάδια προβλεπόμενης ζήτησης για το 2024 δείχνουν ευνοϊκά, καθώς οι κρατήσεις πτήσεων τον τελευταίο μήνα υπερβαίνουν τόσο τα επίπεδα 2019 (+37%) όσο και τα επίπεδα 2022 (+34%).
- Δεύτερον, η φετινή βελτίωση της εποχικότητας (52% το καλοκαίρι 2023, έναντι 53% το 2019) σε συνδυασμό με την τάση των τουριστών για off-season διακοπές (προς αποφυγή συνωστισμού και ακραίων καιρικών συνθηκών) αφήνει περιθώρια αυξημένης ζήτησης τόσο σε «εναλλακτικούς» μήνες όσο και σε «εναλλακτικούς» προορισμούς.
Φαίνεται ότι, οι τάσεις στις προτιμήσεις τουριστών, αναδεικνύουν την ανάγκη για στρατηγικές επέκτασης της τουριστικής περιόδου και διαφοροποίησης του τουριστικού προϊόντος, ώστε να μην υπάρχουν οι αρνητικές επιδράσεις στον καλοκαιρινό τουρισμό εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
Ενδεικτικά, βάσει ερευνών σε Ευρωπαίους τουρίστες, παράγοντες όπως ο τουριστικός κορεσμός κατατάσσονται στα κορυφαία κριτήρια επιλογής προορισμών, ενώ ως βασικοί αποτρεπτικοί παράγοντες αναδεικνύονται το κόστος και τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Σε απάντηση αυτών των προκλήσεων, η έντονη επιθυμία για ταξίδια συνοδεύεται από τάση για off-season διακοπές (σχεδόν 40% των ευρωπαίων σχεδιάζει να ταξιδέψει το φθινόπωρο), με στόχο να ικανοποιήσουν όσο γίνεται περισσότερα από τα παραπάνω κριτήρια.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα βρίσκεται στις 5 πρώτες θέσεις των ευρωπαϊκών προτιμήσεων για ταξίδια στην Ευρώπη και θα μπορούσε να αξιοποιήσει τις άνω τάσεις, με δράσεις ανάδειξης εναλλακτικών προορισμών και διεύρυνσης του τουριστικού προϊόντος στους παραδοσιακούς προορισμούς.
Οσον αφορά στη Δυτική Ελλάδα (Αχαΐα, Ηλεία, Αιτωλοακαρνανία), ο τουρισμός είναι ένας τομέας που έχει μείνει αναξιοποίητος, αφού η Δυτική Ελλάδα κατέχει μόλις το 1% του πανελλαδικού τουριστικού ΑΕΠ της χώρας. Η Δυτική Ελλάδα έχει την ευκαιρία να διαμορφώσει ένα συνεκτικό και οργανωμένο σχέδιο προσέλκυσης και ανάπτυξης υγιών μορφών τουρισμού, που δεν θα δημιουργήσουν κοινωνικά προβλήματα και δεν θα αλλοιώσουν τον χαρακτήρα της και την ταυτότητά της.
Θεωρώ σημαντικές παραμέτρους: την ολοκλήρωση βασικών υποδομών (σιδηροδρομικής, αεροπορικής, οδικής, ακτοπλοϊκής) για καλύτερους όρους προσβασιμότητας και συνδεσιμότητας, την εκμετάλλευση της ακτογραμμής και του παραλιακού μετώπου, την εκμετάλλευση συμπληρωματικών τουριστικών προϊόντων (γαστρονομικός τουρισμός, τουρισμός ευεξίας, αγροτουρισμός, οικοτουρισμός, προσκυνηματικός και θρησκευτικός τουρισμός, καταδυτικός τουρισμός), τη χωροταξική αρμονία, τη στρατηγική για ανάδειξη των προορισμών μας σε διεθνούς φήμης και αναγνωρισιμότητας και τη δημιουργία φιλοεπενδυτικού κλίματος για την προσέλκυση επενδύσεων ώστε να αυξηθούν οι κλίνες. Βασικοί παράμετροι στην αξιοποίηση του τουριστικού προϊόντος είναι η συνδεσιμότητα του τουρισμού με το πλούσιο πολιτιστικό απόθεμα που βρίσκεται στην περιφέρεια καθώς και η σύνδεση με την αγροδιατροφή, καθόσον και τα δύο αυτά στοιχεία αποτελούν συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής.