ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. Τέλος εποχής για ένα από τα πλέον ιστορικά ελληνικά εστιατόρια στο νοτιοδυτικό Μίσιγκαν. Ο λόγος για το «Theo & Stacy’s», το οποίο, μετά από πενήντα χρόνια διαρκούς δραστηριότητας στην περιοχή, ανακοίνωσε ότι κλείνει οριστικά τις πύλες του μέσα στον Ιανουάριο.
Πρόκειται για το εστιατόριο της οικογένειας Σκαρτσιάρη, το οποίο ξεκίνησε την λειτουργία του το μακρινό 1973.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του τοπικού ειδησεογραφικού προγράμματος του «Fox News», η ιδιοκτησία αποδέχθηκε την πρόταση να περάσει το ενοικιαστήριο συμβόλαιο των εγκαταστάσεων σε έναν άλλο τοπικό εστιάτορα, ο οποίος θα αξιοποιήσει τον χώρο.
Οπως είχε αναφέρει ρεπορτάζ του ίδιου τηλεοπτικού σταθμού, η ιδιοκτήτρια Στέισι Σκαρτσιάρη (Stacy Skartsiaris), 76 ετών σήμερα, βρισκόταν στον χώρο από την πρώτη ημέρα, επί έξι ημέρες την εβδομάδα, από το άνοιγμα μέχρι το σχόλασμα. Οταν το εστιατόριο ξεκίνησε τη λειτουργία του, δεν γνώριζε αγγλικά, ενώ είχε πελάτες από τις ίδιες οικογένειες από γενιά σε γενιά, με τους οποίους ανέπτυξε μια ιδιαίτερη σχέση.
«Είμαι εδώ τόσα πολλά χρόνια. Ξέρω πολύ κόσμο, έχω δει τα παιδιά, έχω δει τα εγγόνια. Είμαι κομμάτι αυτής της κοινότητας, διότι είμαι εδώ επί 49 χρόνια. Πρέπει να σέβεσαι τον κόσμο για να σε σεβαστεί και αυτός. Ναι, έχουμε και τις κακές μας μέρες, αλλά σε τελική ανάλυση τους σέβομαι πολύ, από την αρχή μέχρι το τέλος», είχε αναφέρει η κ. Σκαρτσιάρη.
Σύμφωνα με σχετική ανάρτηση στα κοινωνικά δίκτυα, εκ μέρους της Στέισι Σκαρτσιάρη και της οικογένειάς της, το εστιατόριο αναμένεται να κλείσει και τυπικά τις πύλες του την Κυριακή 29 Ιανουαρίου, όπως προβλέπει η σχετική συμφωνία. Παράλληλα, η οικογένεια ευχαριστεί σύσσωμη την κοινότητα του Καμαζού για τη στήριξή της σε αυτές τις πέντε δεκαετίες.
«Η αγάπη και η υποστήριξη που νιώσαμε από την κοινότητα ήταν και συνεχίζει να είναι συγκινητική. Είμαστε πραγματικά ευλογημένοι που σας έχουμε ως ένα κομμάτι της ζωής μας. Σας ευχαριστούμε για τα 50 χρόνια αφοσίωσης, αγάπης και υποστήριξης», τονίζεται χαρακτηριστικά.
Το εστιατόριο «Theo & Stacy’s» προσέφερε τόσο ελληνικό γρήγορο φαγητό, όπως ο γύρος, αλλά και πολύπλοκα μαγειρευτά, όπως ο μουσακάς, φέρνοντας το κοινό της περιοχής σε επαφή με τα μυστικά της ελληνικής κουζίνας, η οποία πλέον θεωρείται οικεία και, μάλιστα, σε πολύ προσιτές τιμές.