x
 

ΑΠΟΨΕΙΣ

Το 2024 δεν είναι 2020: Γιατί ο Τραμπ έχει πλεονέκτημα

22 Μαρτίου 2024
Ανάλυση του Χριστόδουλου Αθανασάτου

 Τον Ιανουάριο του 2021, ο Ντόναλντ Τραμπ αποχωρούσε από τον Λευκό Οίκο νικημένος παντού: Στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, έστω κι αν χρειάστηκαν κάποια 24ωρα για να οριστικοποιηθεί η ήττα του. Στα δικαστήρια, όπου αμφισβήτησε αβάσιμα το αποτέλεσμα αμέσως μετά. Στη Βουλή και τη Γερουσία, που πέρασαν στον έλεγχο των Δημοκρατικών. Στο μέτωπο της πανδημίας, όπου η στάση του αποτέλεσε παράδειγμα προς αποφυγή. Στην επικοινωνία, που εξοστρακίστηκε από όλα τα κοινωνικά δίκτυα αλλά και από βασικά φιλικά ή αντίπαλα σε αυτόν ΜΜΕ. Πάνω απ’ όλα όμως, μετά τα γεγονότα στο Καπιτώλιο, ακόμη και ακραιφνείς υποστηρικτές του θεώρησαν πως η ρητορική του περνάει πια στην σφαίρα του γραφικού και του επικίνδυνου. Το κοινό συμπέρασμα ήταν απόλυτο και ξεκάθαρο: «Ο Τραμπ έχει τελειώσει». Ετσι νόμιζαν. Ετσι νομίζαμε.

Τρία χρόνια αργότερα, ο πρώην πρόεδρος όχι μόνο δεν εμφανίζεται τελειωμένος, αλλά, αντιθέτως, δείχνει πιο ισχυρός και μάλλον πολύ πιο ανθεκτικός σε σχέση με το 2020, κερδίζοντας με άνεση το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και παγιώνοντας δημοσκοπικό προβάδισμα σε κρίσιμες Πολιτείες, οι οποίες είναι πιθανόν να κρίνουν το εκλογικό αποτέλεσμα.

Σε μια προσπάθεια να κατανοήσουμε για το κατά πόσον αυτές οι εξελίξεις είναι όντως έκπληξη, ας κάνουμε, αρχικά, μια σύγκριση της πολιτικής ατζέντας και των κοινωνικών συνθηκών του 2020 με τις αντίστοιχες του 2024.

Λίγους μήνες πριν από την πανδημία, κυρίαρχο σλόγκαν των υποστηρικτών του -τότε- προέδρου Τραμπ ήταν «τέσσερα ακόμη χρόνια» («four more years»). Το Δημοκρατικό Κόμμα αναζητούσε, εν μέσω εσωστρέφειας, την πολιτική κατεύθυνση του υποψηφίου που θα παρατάξει απέναντι. Ο δε Τραμπ επρόκειτο να απευθυνθεί εκ νέου στους ψηφοφόρους που του έδωσαν τη νίκη το 2016, όχι πλέον ως ένας σκληρός διεκδικητής, αλλά ως ένας ισχυρός φορέας εξουσίας. Κυρίαρχα θέματα που προσπαθούσε να αναδείξει ήταν η «ασφάλεια των συνόρων», η εξουδετέρωση του ISIS, η σχετική ηρεμία όσον αφορά στις πολεμικές συγκρούσεις και, ασφαλώς, οι οικονομικοί δείκτες, οι οποίοι εκείνη την περίοδο έδειχναν να τον ευνοούν.

Το ξέσπασμα της πανδημίας, εκτός των γνωστών συνεπειών, αποτέλεσε ένα κυριαρχικό γεγονός που άλλαξε άρδην τον πολιτικό διάλογο: Από την ανάπτυξη της οικονομίας και την εθνική ασφάλεια, ευνοϊκό πεδίο του συντηρητικού χώρου, η συζήτηση επικεντρώθηκε στο κοινωνικό κράτος και τη δημόσια υγεία. Ο τότε Πρόεδρος όχι μόνο απώλεσε το επικοινωνιακό παιχνίδι -εκθέτοντας συστηματικά τον εαυτό του στις καθημερινές ενημερώσεις εκατομμυρίων Αμερικανών που αγωνιούσαν και εξοργίζονταν- αλλά κινδύνευε, ένεκα της παύσης της οικονομίας, να χάσει τους δείκτες ανάπτυξης, για τους οποίους υπερηφανευόταν. Από εκεί, ξεκίνησε η αδημονία για πρόωρη επανεκκίνηση της κοινωνικο-οικονομικής δραστηριότητας, που εξελίχθηκε σε πίεση, ανάχθηκε σε πολιτική επιδίωξη και αποτέλεσε τον σπόρο της δημιουργίας των ακραίων αμφισβητιών της ίδιας της πανδημίας, που τόσο έπληξαν την Αμερική. Εν μέσω όλων αυτών, ακολούθησε η δολοφονία Φλόιντ και ο ξεσηκωμός σε ολόκληρη την χώρα, φέρνοντας στο προσκήνιο την καταπολέμηση του ρατσισμού και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Οπερ μεθερμηνευόμενον, ο προοδευτικός υποψήφιος έπαιζε πλέον στο γήπεδό του, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Το 2024, οι πολιτικές συνθήκες, η κοινωνία και ο ίδιος ο πλανήτης είναι εντελώς διαφορετικός σε σχέση με το 2020. Η πανδημία θεωρείται μια κακή ανάμνηση. Η αντιπαράθεση για τα εμβόλια του κορωνοϊού απασχολεί σποραδικές ιδιωτικές συζητήσεις και όχι τις βασικές προτεραιότητες της δημόσιας διαβούλευσης. Οι φωνές για την έξαρση της εγκληματικότητας και την ατιμωρησία είναι πια πολύ πιο έντονες σε σχέση με τις διαμαρτυρίες για αστυνομική αυθαιρεσία. Στην κεντρική πολιτική σκηνή, κυρίαρχα θέματα είναι η κατάσταση στα σύνορα, ο μαζικός μεταναστευτικός πληθυσμός που οι μεγάλες πόλεις αδυνατούν να διαχειριστούν, η ακρίβεια και οι πόλεμοι Ρωσίας – Ουκρανίας και Ισραήλ – Χαμάς. Ενας συνδυασμός συγκυριών που ευνοεί το έδαφος για τον συντηρητικό υποψήφιο.

Την ίδια στιγμή, ο Τζο Μπάιντεν έρχεται αντιμέτωπος με μια κατάσταση αμφίπλευρα ζημιογόνα (lose – lose situation): Από τη μια, ακολουθεί την πεπατημένη των ΗΠΑ και στέκεται στο πλευρό του Ισραήλ. Από την άλλη, το αραβόφωνο στοιχείο στο Δημοκρατικό Κόμμα είναι πολύ πιο ισχυρό σε σχέση με το Ρεπουμπλικανικό, ενώ το καθαρά ακτιβιστικό κίνημα υπέρ των Παλαιστινίων έχει εξ ολοκλήρου παρουσία στις αριστερές πτέρυγες των Δημοκρατικών. Ο ίδιος ο Πρόεδρος όμως γνωρίζει πως δεν θα ήθελε απέναντί του ούτε κάποιους ισχυρούς Εβραίους δωρητές ή και αντίστοιχους ψηφοφόρους, που τον κοιτάζουν με έντονο βλέμμα όταν μεταβάλλει τον δημόσιο λόγο του. Οι ισορροπίες είναι λεπτές. Στο θέμα αυτό, ο Τραμπ μπορεί να χαράξει μια φιλοϊσραηλινή πολιτική χωρίς κάποιες απειλητικές δεύτερες φωνές στα χνώτα του.

Στους παραπάνω παράγοντες, ας προστεθούν και κάποιες αλλαγές που έχουν συντελεστεί σε επίπεδο επικοινωνίας και δη στα κοινωνικά δίκτυα: Τα στελέχη του Twitter, που συντόνιζαν τον μηχανισμό ελέγχου ή ακόμη και των ταπεινωτικών κυρώσεων στον λογαριασμό του Ντόναλντ Τραμπ, δρέπουν τους καρπούς της παχυλής αποζημίωσής τους σε άλλες δραστηριότητες. Η πλατφόρμα πέρασε από το γαλάζιο στο μαύρο, με ένα τεράστιο Χ στο λογότυπο, ενώ τα κλειδιά της βρίσκονται στο συρτάρι ενός εκ των ισχυρότερων επικριτών του σύγχρονου Δημοκρατικού Κόμματος, όπως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ο «πωλών τοις μετρητοίς» Ιλον Μασκ. Ο Τραμπ μπορεί πια να εκφράζεται κυρίως από τη δική του πλατφόρμα, αλλά οι στρατιές της επικοινωνιακής ομάδας και των υποστηρικτών του κινούνται πλέον με άνεση στα μονοπάτια του πρώην Twitter, αποκαθιστώντας έναν δίαυλο επικοινωνίας, ενίοτε και προπαγάνδας, ασφαλώς.

Στην αντίπερα όχθη, ο νυν Πρόεδρος εισπράττει ένθεν κακείθεν κακόβουλες υπόνοιες για την πνευματική του διαύγεια, ανυπόστατες -προς το παρόν  φήμες για αντικατάστασή του από στελέχη όπως η Μισέλ Ομπάμα και αστείες έως υποτιμητικές για το επίπεδο των ψηφοφόρων του «αναλύσεις» πως χρειάζεται την υποστήριξη της… Τέιλορ Σουίφτ για να κερδίσει τις εκλογές. Ολα αυτά, έχοντας στο πλευρό του μια αντιπρόεδρο με ανεξήγητα χαμηλά επίπεδα δημοφιλίας, όπως η Κάμαλα Χάρις, η οποία δείχνει να του προξενεί περισσότερο ζημιά παρά να τον στηρίζει ενόψει της κρίσιμης μάχης του Νοεμβρίου.

Ο Τραμπ αποτραβήχτηκε από το προσκήνιο, όμως περίμενε στη γωνία, σε ένα εύθραυστο εσωτερικό και διεθνές σκηνικό. Οι αντίπαλοί του εξακολουθούν να τον αντιμετωπίζουν με «συνταγή» 2016 και 2020, στο μεγαλύτερο λάθος τους: Οι επίδοξοι ψηφοφόροι του δεν θυμούνται ούτε τον συνδέουν ιδιαίτερα με την 6η Ιανουαρίου, οι συλλήψεις του πέρασαν στη συνείδησή τους ως πολιτικές πράξεις και όχι ως εκτελεστικές ενώ οι προτεραιότητες των προηγούμενων ετών ήταν διαφορετικές σε σχέση με τις σημερινές. Οσο αυτό το στοιχείο δεν γίνεται αντιληπτό, τόσο η κατάσταση που διαμορφώνεται θα ενισχύεται, φτάνοντας ίσως να γίνει μη αναστρέψιμη.

Σε κάθε περίπτωση, ο πολιτικός χρόνος μέχρι το Νοέμβριο είναι ευρύς, η ατζέντα δύναται να αλλάξει ενώ ένα πρόσωπο ή γεγονός που ανατρέπει τις ισορροπίες θα μπορούσε να διαφοροποιήσει την κατάσταση δραματικά. Εάν όμως οι εκλογές διεξάγονταν την επόμενη Τρίτη, νομίζω πως όλοι μπορούμε να εκτιμήσουμε ποιο θα ήταν το πιθανότερο αποτέλεσμα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Είμαστε κοντά στις Ευρωεκλογές.

Σχόλια

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΠΙΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ

Πρακτορικά

Με την παρέλαση της Νέας Υόρκης την Κυριακή 14 Απριλίου, έκλεισε κι ο φετινός κύκλος των παρελάσεων για τη μεγάλη και τρανή ημέρα της κήρυξης της Επανάστασης του 1821 για τη λευτεριά της Ελλάδας από τους Τούρκους.

Αντίλογος

Παρενέβη, διαβάζω, ο υπουργός Υγείας, Θάνος Πλεύρης, για να τεθεί σε διαθεσιμότητα ο δημόσιος υπάλληλος που συνελήφθη για εμπλοκή του στην υπόθεση της 12χρονης στα Σεπόλια.

Εκδηλώσεις

ΜΠΡΟΥΚΛΙΝ. Μέσα σε ιδιαίτερα συγκινητικό κλίμα πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 18 Ιουνίου η τελετή αποφοίτησης της 8ης τάξης του Ημερήσιου Ελληνικού Σχολείου “Αργύριος Φάντης” στον Καθεδρικό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Μπρούκλιν.

ΒΙΝΤΕΟ